Ένα ταξίδι στο χρόνο για τα δάση της Μεσογείου και την ιστορία του πεύκου

Μια μεγάλη μελέτη και ένα άρθρο επιχειρούνμ να συνθέσουν το παζλ της ύπαρξης των δασών στην περιοχή της Μεσογείου αλλά και της πολύπλευρης ταυτότητας που απέκτησε στον ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό το πεύκο.

Τα δέντρα στην ανθρώπινη φαντασία αντιπροσώπευαν ανέκαθεν, από την προϊστορία έως σήμερα, ιδέες και σύμβολα της ζωής, αλλά και της ζωής πέρα ​​από τη ζωή, σε διάφορους μύθους και πεποιθήσεις.

Τα πεύκα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Όπως όλα τα κωνοφόρα, τα πεύκα είναι πάντα πράσινα, και συμβολίζουν την αθανασία.

Στην ελληνική μυθολογία τα πεύκα συνδέονταν με έναν σπάνιο «μεταφυσικό χρόνο», αυτόν του ουρανού και της θεϊκής σφαίρας, που στάθμευε στον Όλυμπο, το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, με τα 2.917 μέτρα και τα πεύκα στο βουνό να μοιάζουν σαν να προσπαθούν να κρύψουν από την κοινή θέα το σπίτι των Θεών.

Οι αρχαίοι Έλληνες συνέδεσαν τα δέντρα και ειδικά τα πεύκα με την γονιμότητα και τη συζυγικής ευτυχίας και τα πεύκα αφιερώθηκαν στη Ρέα που εκτός των άλλων ιδιοτήτων της ήταν και η θεά της γονιμότητας πριν αναλάβει αυτό τον ρόλο η Ήρα.

Στους ελληνικούς μύθους, όπως και στους ανατολίτικους, τα πεύκα συνδέονταν και με το σύμβολο της θυσίας που εκείνες τις εποχές ήταν ένα ευγενές (και βίαιο ταυτόχρονα) γεγονός, μια φυσική και μεταφυσική μεσολάβηση με τις Θεότητες.

Ενώ σήμερα τα δέντρα είναι θύματα για καθαρά χρηστικούς σκοπούς στην αρχαιότητα εξακολουθούσαν να είναι θύματα χρηστικών σκοπών αλλά διέθεταν ταυτόχρονα μια υψηλή συμβολική αξία.

Τα πεύκα αποτελούσαν ιερά δέντρα στους μύθους του Διονύσου και του Άττιδος θεότητες που επίσης συνδέονταν με την αναγέννηση και τη βλάστηση. Μάλιστα συνδέονταν με τον ίδιο τύπο εδαφών που παράγονταν και τα αμπέλια από όπου έβγαινε το κρασί του Διονύσου. Η ρητίνη πεύκου χρησίμευε επίσης για τη διατήρηση και τη βελτίωση του κρασιού, για τη διατήρηση του και την ωρίμανση της αναγέννησής του στη ζωή.

Η Ιταλία

Ο ελληνικός πολιτισμός της Μεγάλης Ελλάδας ενίσχυσε αυτές τις πεποιθήσεις. Η παρουσία των πεύκων στην κεντρική-νότια Ιταλία, ίσως πιο πλούσια από αλλού, δίνοντας ευνοϊκή μεγαλοπρέπεια και ενισχύοντας την επικράτεια του ήλιου και της θάλασσας.

Έτσι καθιερώθηκε η εικόνα του ιταλικού τοπίου γενικότερα, ως φόντο της μεγάλης κλίμακας της ιταλικής ομορφιάς. Ίσως η ίδια κουλτούρα της Magna Graecia διευκόλυνε την εικόνα του πεύκου ως σύμβολο της δύναμης και της λαμπρότητας της αρχαίας Ρώμης.

Τα πεύκα είναι τα δέντρα που αγαπούν τον Ήλιο, το αντίθετο φως και το ήπιο κλίμα της Ρώμης όλων των εποχών στην άπειρη (αιώνια) ιστορία.

Ήταν το ιδανικό τοπίο για τις ιταλικές ακτές όπου αναπτύχθηκε η αρχιτεκτονική των εντυπωσιακών ρωμαϊκών επαύλεων και τα πιο όμορφα δεντρόφυτα πράσινα πάρκα της αρχαίας και της σημερινής Ρώμης, διάσπαρτα με πεύκα σχεδόν σαν εναλλακτικούς κατοίκους. Τα πεύκα φύτρωναν πιο εύκολα στην άμμο, φτάνοντας ακόμη και τα 250 χρόνια ζωής.

Το ρωμαϊκό πεύκο ήταν το Pinus Pinea χαρακτηριστικό της τυπικής και χαρακτηριστικής ατμόσφαιρας των πληθωρικών Ρωμαίων. Σε όλα τα κατακτημένα εδάφη και τις νέες πόλεις που ιδρύθηκαν το ρωμαϊκό πεύκο κατείχε πρωταρχική θέση, σαν μεγαλοπρεπές σκηνικό.

Τα πεύκα χρησιμοποιήθηκαν ευρέως από τους Ρωμαίους στην κατασκευή πλοίων, για τη μεταφορά εμπορευμάτων και πολεμικών πλοίων συμβάλλοντας στη δημιουργία του πανίσχυρου ναυτικού στόλου της Ρώμης.

Τα πεύκα, στις νεοϊδρυθείσες πόλεις από τους Ρωμαίους αποτέλεσαν ένα είδος «ιδρυτικής» βάσης όταν υπογράμμισαν το μεγαλείο των πρώτων αστικών λεωφόρων. Και μετά, αστικά δεντρόφυτα πάρκα, μέχρι τις σημερινές λεγόμενες «δημοτικές βίλες», ως στοιχεία μιας κεντρικής δενδρομάζας δίνοντας ένα ρομαντικό σχήμα στην πόλη και το τοπίο της.

Τα δάση

Στη μελέτη που αποτελεί μέρος που αποτελεί μέρος συνεχιζόμενης έρευνας γίνεται προσπάθεια να προσδιοριστεί εάν η αρχαία Μεσόγειος υπόκειτο σε μεγάλης κλίμακας αποψίλωση των δασών μεταξύ του 800 π.Χ. (που χρονολογείται η γέννηση της ελληνικής πόλης) και τον 7ο μ.Χ. αιώνα (οι αραβικές επιδρομές)  που παραμένει «το πιο αμφιλεγόμενο ερώτημα στην περιβαλλοντική ιστορία της Μεσογείου.

Πρόκειται για μια περίοδο η οποία, αν και σύντομη στη γεωλογική και παλαιοντολογική χρονική κλίμακα, είναι αρκετά μεγάλη ώστε να έχει υποστεί σημαντικές ανθρωπογενείς αλλαγές.

Τρεις λόγοι δικαιολογούν την εξέταση αυτού του ερωτήματος

*Ο πρώτος είναι η ύπαρξη πολλών δεδομένων από πυρήνες πάγου από τη Γροιλανδία, καθώς και άλλες πηγές που μαρτυρούν ότι η έντονη μεταλλουργία είχε ισχυρό αντίκτυπο στο περιβάλλον στα μέσα της περιόδου.

* Ο δεύτερος λόγος είναι φυσικά η σχετική αφθονία των λογοτεχνικών πηγών.

* Τέλος, ο τρίτος λόγος είναι ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία αναφέρεται συχνά, με τον ίδιο τρόπο όπως οι Μάγια, για παράδειγμα, σε σύγχρονες συζητήσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη και συναφή θέματα, καθώς και σε εγχειρίδια οικολογίας. Οι υπερβολικοί, απλοϊκοί και επιφανειακοί ισχυρισμοί έχουν γίνει, ίσως αναπόφευκτα, ο κανόνας: είτε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατηγορείται για σημαντική περιβαλλοντική υποβάθμιση ή τα αποτελέσματά της ήταν  πολύ περιορισμένα σε χρόνο και χώρο.

Αυτή η τελευταία άποψη μερικές φορές φαίνεται μια υπόθεση που βασίζεται στην ιδέα ότι η ιστορία του μεσογειακού δάσους θα ήταν περισσότερο ή λιγότερο γραμμική και ότι οι περισσότερες περιοχές θα είχαν παραμείνει πυκνά δασικές μέχρι τη βιομηχανική εποχή. Υπάρχουν όμως διάφορα δεδομένα προς εξέταση.

Μεταξύ του όγδοου και δεύτερου αιώνα π.Χ. οι κάτοικοι του μεσογειακού κόσμου καθάρισαν τεράστιες εκτάσεις γης για τη γεωργία και χρησιμοποίησαν τεράστιες ποσότητες ξυλείας. Τα ναυπηγεία και η κατασκευή δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων αύξησαν σημαντικά τη ζήτηση για ξυλεία.

Τα νέα δεδομένα

Αυτό που κάνει αυτό το σύνολο ερωτήσεων ιδιαίτερα ενδιαφέρον σήμερα είναι η πρόσφατη συσσώρευση, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, νέων επιστημονικών στοιχείων. Κάποια αποκαλύφθηκαν από τη μελέτη πυρήνων πάγου από τη Γροιλανδία μαζί με δείγματα λιμνών και τύρφης σε διάφορα μέρη της Ευρώπης.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι η μεταλλουργική δραστηριότητα, που περιλαμβάνει άργυρο, μόλυβδο και χαλκό, έφτασε σε πολύ υψηλό επίπεδο στην περιοχή της Μεσογείου πριν από δύο χιλιετίες, επίπεδο που έφθασε ξανά μόνο κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής επανάσταση.

Ταυτόχρονα, η μελέτη της γύρης σε πολλές περιοχές έχει φωτίσει καλύτερα την εξαφάνιση δασικών εκτάσεων σε τοπικό και μακροπρόθεσμο επίπεδο. Μία μελέτη έκανε επίσης σχετική χρήση δειγμάτων μικροσκοπικών υπολειμμάτων σκαθαριών που σχετίζονταν με δέντρα.

Η επιστημονική σύμπραξη

Όλα αυτά ωθούν τους ιστορικούς να υπερβούν το πεδίο των κοινωνικών επιστημών και να ενταχθούν σε αυτό των φυσικών επιστημών. Εκ πρώτης όψεως, το γνωσιολογικό ερώτημα παραμένει το ίδιο: ακόμα κι αν μπορούμε να εμπιστευτούμε τα επιστημονικά δεδομένα, δεν πρέπει ποτέ να σταματήσουμε να αμφισβητούμε την ερμηνεία τους. Στην πράξη, οι επιστήμονες και οι ιστορικοί πρέπει να συμμετάσχουν σε πιο ενεργό διάλογο.

Αν οι ιστορικοί έχουν συνηθίσει να χρησιμοποιούν αρχαιολογικές πηγές, πολύ λίγοι είναι σε θέση να κρίνουν τη σημασία των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τις φυσικές επιστήμες, για παράδειγμα στη βοτανική. Ομοίως, λίγοι περιβαλλοντικοί επιστήμονες είναι σε θέση να αξιολογήσουν τη συνάφεια μιας ιστορικής καταγραφής.

Έχει ειπωθεί και όχι άδικα ότι λίγοι ερευνητές έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες για μια αποτελεσματική και διεπιστημονική κατανόηση της περιβαλλοντικής ιστορίας.

Η εντατικοποίηση της παραγωγής μετάλλων οδήγησε επίσης σε διαφόρων ειδών αποτελέσματα. Η οικονομική ιστορία αυτής της περιόδου, η οποία απαριθμεί τις διάφορες χρήσεις που κατασκευάζονταν στο ξύλο (κατασκευή τούβλων, θέρμανση λουτρών ή ακόμη και εργασία με μέταλλο), υποδηλώνει ότι η κατανάλωση αυτή ήταν ιδιαίτερα έντονη από τον 3ο αιώνα π.Χ. μέχρι τις αρχές του 5ου μ.Χ αιώνα.

Αλλά αυτή η εντατική χρήση του ξύλου έχει οδηγήσει σε αποψίλωση των δασών; Γνωρίζουμε ότι τα δάση και οι δασικές εκτάσεις μπορούν να αυτοαναγεννηθούν, τουλάχιστον σε εύκρατες ζώνες, ειδικά όταν διατηρούνται καλά.

Πρέπει να καταλάβουμε πώς οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν το ξύλο και τα δάση. Αυτό το ερώτημα απέχει πολύ από το να είναι προφανές και εγείρει πολλά ερωτήματα στα οποία οι πηγές μας δύσκολα απαντούν.

Δεν είναι μόνο θέμα κατανόησης του τρόπου εκκαθάρισης της γης, αλλά και τον ρόλο που έπαιζαν σε αυτή τη διαδικασία ζώα όπως οι κατσίκες και οι χοίροι. Δεν πρέπει μόνο να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε πώς συντηρούνταν τα ξύλα από διαφορετικές ομάδες, αλλά πώς λειτουργούσε η αγορά για δομικά ξύλα, καυσόξυλα και κάρβουνο.

Οι διαφωνίες για τους Ρωμαίους

Τα διάφορα στοιχεία που έχουν αναδειχθεί κατά καιρούς δεν επιτρέπουν την εξαγωγή συμπερασμάτων που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν. Ορισμένοι ειδικοί όπως ο R. Meiggs δηλώνουν ότι δεν είναι ξεκάθαρο αν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μπορεί να συνδεθεί με την μαζική αποψίλωση δασών.

Ωστόσο άλλοι ειδικοί  κλίνουν προς την άλλη κατεύθυνση. Ο J.V. Thirgood, ειδικός στα τοπία της Κύπρου υπερασπίζεται την προοπτική της αποψίλωσης των δασών άποψη που συμμερίζεται και ο Donald Hughes. Το έργο του επικεντρώνεται στη σημαντική κατανάλωση ξύλου στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, γεγονός που του επιτρέπει να συμπεράνει με κάποια επιφύλαξη ότι «η γενική εντύπωση είναι ότι η αποψίλωση και η διάβρωση που ακολούθησε στην κλασική αρχαιότητα ήταν ευρέως διαδεδομένες και σημαντικές ιδιαίτερα στο νότο και στα ανατολικά του μεσογειακού κόσμου και ακριβέστερα κοντά σε αστικά κέντρα, αν και το φαινόμενο δεν περιοριζόταν μόνο σε αυτά τα μέρη.

Σύμφωνα με αυτές τις απόψεις η έκταση της αποψίλωσης και της διάβρωσης των δασών ήταν αρκετά σημαντική ώστε να προκαλέσει βαθιά οικονομική και κοινωνική αναταραχή.

Υπάρχει και μια τρίτη άποψη από ειδικούς που εκτιμούν ότι δεν υπήρξε αποψίλωση δασών στην Μεσόγειο από τους Έλληνες ή τους Ρωμαίους όχι τουλάχιστον στο βαθμό που κατηγορούνται ότι έκαναν και ότι το πρόβλημα δημιουργήθηκε στην εποχή του Μεσαίωνα και επόμενων ιστορικών περιόδων.

Naftemporiki.gr

Πηγή