Συρία: Ο ηγέτης των τζιχαντιστών που απειλεί να «εκθρονίσει» τον Άσαντ

Οι τζιχαντιστές «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ» με επικεφαλής τον Αμπού Μοχάμαντ Αλ-Τζολάνι, προελαύνουν στη Συρία και θέλουν να απομακρύνουν από την εξουσία τον Μπασάρ αλ Άσαντ.

Η αιφνιδιαστική αντεπίθεση των ισλαμιστών ανταρτών της «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ» και η κατάκτηση του Χαλεπίου υπενθύμισε ότι ο πόλεμος στη Συρία συνεχίζεται 13 χρόνια από τότε που ξέσπασε

Σύμφωνα με δημοσίευμα των «New York Times», οι ισλαμιστικές οργανώσεις που συγκρούονταν με το καθεστώς Άσαντ ήταν κάποτε ένα ετερόκλητο συνονθύλευμα φατριών, που συχνά συγκρούονταν μεταξύ τους.

Ωστόσο πλέον έχουν ενωθεί υπό την ηγεσία της «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ», παλιού παρακλαδιού της Αλ Κάιντα, το οποίο, όμως, αυτονομήθηκε και επικεντρώθηκε στην οικοδόμηση μίας πολιτικής κυβέρνησης, αυταρχικής και εξτρεμιστικής, στα εδάφη που ήλεγχε.

Οι New York Times παρουσιάζουν το ιστορικό αυτής της ομάδας, που δείχνει ότι επιχειρεί να επεκτείνει τον έλεγχό της σε μια πολύ μεγαλύτερη εδαφική ζώνη.

Η «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ», το όνομα της οποίας σημαίνει «Οργάνωση για την Απελευθέρωση του Λεβάντε», δημιουργήθηκε περίπου την ίδια εποχή που ξεκίνησε ο εμφύλιος στη Συρία, το 2011, όταν τα στρατεύματα του Μπασάρ αλ Άσαντ κατέστειλαν βίαια εκτεταμένες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις. Όσο ο πόλεμος εντεινόταν, έμπειροι τζιχαντιστές που συνδέονται με έναν πρόδρομο του Ισλαμικού Κράτους πέρασαν από το Ιράκ στην ανατολική Συρία, σχηματίζοντας αυτό που αποκαλούσαν «Μέτωπο Αλ Νούσρα» για να πολεμήσουν τις δυνάμεις που στήριζαν τον Άσαντ.

Η «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ» εξελίχθηκε σε μία από τις μεγαλύτερες και πιο ισχυρές φατρίες, πραγματοποιώντας εκατοντάδες αντάρτικες επιθέσεις και επιθέσεις αυτοκτονίας εναντίον κυβερνητικών στόχων.

Παρά τη σύνδεση με την Αλ Κάιντα, η Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ παρέμεινε εστιασμένη στη Συρία και στην ανατροπή του Μπασάρ αλ Ασαντ. Ειδικοί εξηγούν ότι δεν άλλαξε τον αυστηρό τρόπο με τον οποίο ερμηνεύει το Ισλάμ, αλλά ότι εξακολουθεί να στοχεύει στον έλεγχο εδαφών και στη διακυβέρνηση, αντί να κάνει επιθέσεις τύπου Αλ Κάιντα ή Ισλαμικού Κράτους στη Δύση.

REUTERS/Mahmoud Hassano

Όταν διέκοψε τους δεσμούς με την Αλ Κάιντα

Ο ηγέτης της, ο Αμπού Μοχάμαντ Αλ-Τζολάνι, κατέστησε το «Μέτωπο Αλ Νούσρα» μία ισχυρή οργάνωση με αυξανόμενη δύναμη μαχητών και κερδίζοντας εδάφη στη βόρεια Συρία. Στα εδάφη που κατείχε λειτουργούσε σαν μίνι κυβέρνηση, εισπράττοντας φόρους και παρέχοντας κάποιες δημόσιες υπηρεσίες.

Στα μέσα του 2016, το «Μέτωπο Νούσρα» μετονομάστηκε σε Τζαμπχάτ Φατάχ αλ-Σαμ και ανακοίνωσε δημόσια ότι διακόπτει τους δεσμούς του με την Αλ Κάιντα. Αναλυτές εκτιμούν ότι το έκανε πιθανότατα επειδή επιζητούσε περισσότερη διεθνή νομιμότητα και ήθελε να γίνει περισσότερο αρεστό από άλλους αντάρτες της Συρίας.

Οι ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες εξακολουθούσαν να τη θεωρούν τρομοκρατική ομάδα και οι ειδικοί αμφέβαλλαν ότι είχε πραγματικά εγκαταλείψει τις ριζοσπαστικές συμπάθειές της. Ωστόσο, η προσέγγισή της φάνηκε να γίνεται αισθητά πιο ρεαλιστική από άλλες σκληροπυρηνικές ομάδες, λένε αναλυτές.

Έδωσε προτεραιότητα στην ασφάλεια και τη διακυβέρνηση του εδάφους που έλεγχε αντί να εξαπολύει μεγάλες επιθέσεις κατά των δυνάμεων που υποστηρίζουν τον Άσαντ. Όταν τα τουρκικά στρατεύματα εισήλθαν στην Ιντλίμπ, την επαρχία όπου η ομάδα κατείχε εδάφη, για να διατηρήσουν μια προσωρινή κατάπαυση του πυρός το 2017, οι ηγέτες της συμφώνησαν.

Παράλληλα, πολέμησε εναντίον άλλων ισλαμιστικών φατριών με στόχο να κυριαρχήσει και να τις αποβάλει από τους οικονομικούς πόρους της Ιντλίμπ, ενώ συνέλαβε και εκτέλεσε άτομα που συνδέονταν με το Ισλαμικό Κράτος.

Στις αρχές του 2017, η ομάδα ενώθηκε με πολλές άλλες φατρίες για να ιδρύσει τη «Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ», κίνηση που δείχνει δημοσίως ότι αντιτίθεται στην ηγεσία της Αλ Κάιντα.

ΦΩΤΟ από The White Helmets/Handout via REUTERS

Τι έκανε στα εδάφη που κατείχε;

Εγκαταλείποντας τη ρητορική για δημιουργία ενός ισλαμικού χαλιφάτου, η ηγεσία της ομάδας είπε ότι ήθελε να αντικαταστήσει την κυβέρνηση Άσαντ με μια κυβέρνηση εμπνευσμένη από τις ισλαμικές αρχές. Αν και η διαφορά μπορεί να φαίνεται λεπτή, οι αναλυτές λένε ότι ο τρόπος διακυβέρνησης της ομάδας, αν και βαθιά συντηρητικός και αυταρχικός, ήταν λιγότερο βάναυσος και δογματικός από αυτόν του Ισλαμικού Κράτους, το οποίο ίδρυσε ένα καθεστώς βουτηγμένο στο αίμα στα εδάφη που ήλεγχε στο Ιράκ και σε τμήμα της Συρίας.

Ο Αμπού Μοχάμεντ αλ Τζολάνι, προσπάθησε να κερδίσει νομιμότητα δημιουργώντας μια διοίκηση που παρέχει περιορισμένες υπηρεσίες στους κατοίκους της Ιντλίμπ και αναπτύσσοντας τη γεωργία και τη βιομηχανία της περιοχής. Η ομάδα παρότρυνε τους ηγέτες της πόλης να αποδεχθούν οικειοθελώς την κυριαρχία της και μιμήθηκε ένα κράτος εκδίδοντας δελτία ταυτότητας στους κατοίκους, σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ.

Παρ’ λα αυτά, δεν είναι δημοφιλής μεταξύ των κατοίκων, οι οποίοι διαμαρτύρονται επανειλημμένα για αυθαίρετες συλλήψεις, τη φορολογία και τη μισαλλοδοξία έναντι των διαφωνούντων, καθώς και για τις συνθήκες διαβίωσης.

REUTERS/Mahmoud HassanoREUTERS/Mahmoud Hassano

REUTERS/Mahmoud Hassano

Οι Δυτικές ομάδες βοήθειας και η Τουρκία

Η «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ» έχει, επίσης, συνεργαστεί με δυτικές ομάδες βοήθειας, ώστε να φτάσει η ανθρωπιστική βοήθεια στους αμάχους της Ιντλίμπ και επέτρεψε σε Δυτικούς δημοσιογράφους και ερευνητές να την επισκεφθούν.

Ωστόσο δεν κατάφερε να δημιουργήσει δεσμούς με τις περισσότερες ξένες δυνάμεις, πλην της Τουρκίας, η οποία συνορεύει με την Ιντλίμπ και ελέγχει μία ευρεία ζώνη στη βόρεια Συρία και της επιτρέπει να διατηρεί τον έλεγχο της πόλης.

Οι τουρκικές βάσεις στην Ιντλίμπ και το τουρκικό πυροβολικό, που σταθμεύουν στην τουρκική πλευρά των συνόρων, έχουν χρησιμεύσει ως ανάχωμα για τα συριακά κυβερνητικά στρατεύματα, σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Φορντ, πρώην πρεσβευτή των ΗΠΑ στη Συρία και νυν ανώτερο συνεργάτη στο Ινστιτούτο Μέσης Ανατολής. Ανθρωπιστική βοήθεια, φυσικό αέριο, όπλα, ακόμη και στρατιωτικές στολές ρέουν στην Ιντλίμπ μέσω Τουρκίας, εξηγεί. Αναλυτές αναφέρουν ότι η «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ» και η Τουρκία μοιράζονται επίσης σιωπηρά πληροφορίες και συμβουλές.

Πώς έφτασε η «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ» να γίνει «κυρίαρχη»

Χάρη στην κατάπαυση του πυρός το 2020, με τη μεσολάβηση Ρωσίας και Τουρκίας, δημιουργήθηκε μία ασταθής ηρεμία στη βορειοδυτική Συρία, η οποία επέτρεψε στη «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ» να αναδιαρθρώσει τις δυνάμεις της, σύμφωνα με τον Τζερόμ Ντέβρον, αναλυτή της Διεθνούς Ομάδας Κρίσεων που μελετά την ομάδα και συναντήθηκε με τους ηγέτες της.

Έγινε περισσότερο πειθαρχημένη και επαγγελματική, απέκτησε καλύτερη εκπαίδευση και όπλα. Άλλες ομάδες ανταρτών στην περιοχή την ακολούθησαν και συμφώνησαν να συνεργαστούν μαζί της.

«Τώρα είδαμε το αποτέλεσμα αυτής της αυξημένης επαγγελματικότητας επί τόπου. Οσο περισσότερο διαρκούσε η κατάπαυση πυρός, τόσο περισσότερο τους επέτρεπε να αναδιοργανωθούν. Και το έκαναν με μεγάλη επιτυχία», λέει ο Ντρέβον.

 ΦΩΤΟ από The White Helmets/Handout via REUTERS

Γιατί ξεκίνησε την επίθεση

Οι διεθνείς υποστηρικτές του Μπασάρ αλ Άσαντ, συμπεριλαμβανομένων της Ρωσίας, του Ιράν και της λιβανέζικης οργάνωσης Χεζμπολάχ, είναι αποδυναμωμένοι και έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους στους πολέμους στην Ουκρανία, τη Γάζα και τον Λίβανο. Αυτά όλα δημιούργησαν τις κατάλληλες συνθήκες για τους Σύρους τζιχαντιστές να επιτεθούν.

Σύμφωνα με αναλυτές, οι ένοπλοι της «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ» χρειάζονταν τουλάχιστον τη σιωπηρή άδεια της Τουρκίας. Καθώς οι συνομιλίες με τον Άσαντ για την επιστροφή των Σύρων προσφύγων έχουν σταματήσει, επιθυμώντας να «μοχλεύσει» τις διαπραγματεύσεις και ίσως να εξασφαλιστεί έδαφος για να ωθήσει τους πρόσφυγες προς τα εκεί, η Τουρκία πιθανότατα ενθάρρυνε τους αντάρτες να κινηθούν.

«Εικάζω ότι ο τουρκικός υπολογισμός πάει κάπως έτσι: Κάθε μέρα που αυτή η επίθεση συνεχίζεται και ανοίγει περισσότερο χώρο, μπορούμε να στείλουμε πίσω στη Συρία ακόμη 5.000 πρόσφυγες σε ημερήσια βάση», είπε ο αναλυτής του Ινστιτούτου της Μέσης Ανατολής.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, φάνηκε να απορρίπτει τέτοιες θεωρίες, λέγοντας ότι «θα ήταν λάθος σε αυτό το σημείο να εξηγήσουμε τα γεγονότα στη Συρία με οποιαδήποτε ξένη επέμβαση». Παρ’ όλα αυτά, προέτρεψε τον πρόεδρο Ασαντ να τα βρει με την αντιπολίτευση.

Αλλά οι Σύροι τζιχαντιστές έχουν τα δικά τους κίνητρα. Όταν ο Μπασάρ Αλ Άσαντ ανακατέλαβε την πόλη το 2016, θεωρήθηκε καταστροφικό πλήγμα για τους αντάρτες. Κερδίζοντας ξανά το Χαλέπι, την οικονομική «καρδιά» της χώρας, αυτό είναι ένας σημαντικός θρίαμβος για τους αντάρτες.

REUTERS/Mahmoud Hassano

Τι θα γίνει τώρα

Δεν είναι σαφές εάν η «Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ» μπορεί να καταλάβει περισσότερα εδάφη ή να διατηρήσει αυτά που ήδη ελέγχει.

Αλλά εάν διατηρήσει τον έλεγχο του Χαλεπίου, η ομάδα ίσως χρειαστεί να προσαρμόσει την κυβερνητική της προσέγγιση, σύμφωνα με τον Νταρίν Χαλίφα, ειδικό στη Συρία στη Διεθνή Ομάδα Κρίσεων. Το Χαλέπι είναι λιγότερο συντηρητικό από την Ιντλίμπ, όπου η διακυβέρνηση της ομάδας υφίσταται ήδη πιέσεις.

«Ξέρουν πολύ καλά ότι δεν μπορούν να κυβερνήσουν το Χαλέπι με τον τρόπο που κυβερνούν την Ιντλίμπ», είπε. «Θα πρέπει να κάνουν διαφορετικές ρυθμίσεις και να αλλάξουν τον ύφος και τον τρόπο με τον οποίο επιβάλλουν τα πράγματα».

Η ηγεσία της ομάδας είναι ρεαλιστική, εκτίμησε. Αλλά σε όλη την ιστορία της, άγεται και φέρεται μεταξύ πραγματιστικών και πιο σκληροπυρηνικών στοιχείων στις τάξεις της. Και αυτή η σύγκρουση είναι πιθανό να διατηρηθεί καθώς η Χάγιατ Ταχρίρ Αλ-Σαμ επεκτείνει την κυριαρχία της.

πηγή: «The New York Times»

Πηγή