Γιάννης Μπέζος: Με απασχολεί τόσο όσο η γνώμη του κόσμου

Με την ευθύτητα που τον χαρακτηρίζει, ο Γιάννης Μπέζος μίλησε στο «Πάμε Δανάη» για την Τέχνη, τους νέους, τους παλιούς, τον Γιώργο Λάνθιμο και τον Γιώργο Μαυροψαρίδη, τη Famagusta και την παράσταση «Αινιγματικές παραλλαγές».

«Δεν θα κάνω υποχώρηση να διαμορφωθεί μία γνώμη που μπορεί να μου αρέσει», τόνισε ο Γιάννης Μπέζος, σημειώνοντας πως η γνώμη του κόσμου τον απασχολεί τόσο όσο. «Κάθε φορά καταθέτω αυτά που πιστεύω και αυτά που έχω υποχρέωση να πω. Πρέπει οι άνθρωποι της γενιάς μου να αφήσουμε τα δήθεν και να λέμε την αλήθεια. Οι νεότεροι αυτό περιμένουν».

«Οι ταινίες του φίλου μας Γιώργου Λάνθιμου είδατε πόσο περίεργες και αιρετικές είναι. Φανταστείτε τι θα γινόταν εδώ. Έχει ισχυρό αποτύπωμα σε παγκόσμιο επίπεδο. Τον θυμόμαστε μόνο όταν είναι να βραβευτεί για κάτι. Έχει επίσης έναν μοντέρ, τον Γιώργο Μαυροψαρίδη που είναι πολύ σπουδαίος καλλιτέχνης. Δεν τον ξέρει κανείς!

Είναι πολύ σπουδαίος κινηματογραφιστής και άνθρωπος και δεν τον ξέρει κανείς. Υπάρχουν άνθρωποι πάρα πολύ ενδιαφέρουν που τους αγνοούμε. Είναι τραγικό αυτό το πράγμα. Οι λαοί που υπολείπονται σε παιδεία, τους φοβίζει το διαφορετικό. μας φοβίζει το διαφορετικό γιατί μας θυμίζει ότι είμαστε ασήμαντοι», συμπλήρωσε ο Γιάννης Μπέζος.

Σε ερώτηση για τις ταμπέλες «απρόσιτος» και «αυστηρός» που του έχουν… «κολλήσει», ο σπουδαίος ηθοποιός είπε: «Αυτά τα λένε κάποιοι άνθρωποι που τους αρέσουν αυτές οι ταμπέλες. Έχουμε όλοι γνώμη χωρίς να έχουμε γνώση. Είναι και αυτό στο παιχνίδι της ζωής αλλά δεν σημαίνει ότι θα το πάρουμε στα σοβαρά».

«Είμαι άνθρωπος της πόλης δεν μπορώ να απομονωθώ. Μου αρέσει να ταξιδεύω αλλά είμαι άνθρωπος της πόλης. Θέλω να ζω δυνατά τη ζωή αλλά με δική μου επιλογή», είπε σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο Γιάννης Μπέζος.

Αναφερόμενος στη σειρά Famagusta, όπου πρωταγωνιστεί, αποκάλυψε πως πείστηκε να συμμετάσχει: «Με πήρε ο σταθμός τηλέφωνο και μου είπε για τη σειρά και το βρήκα πολύ ενδιαφέρον. Μας απασχολεί αυτό το θέμα εδώ και 50 χρόνια και είναι και εθνικό θέμα.

Μετά μιλήσαμε και με τον Αντρέα Γεωργίου και μετά πήρα και τα κείμενα. Όταν είδα την πρόθεση των ανθρώπων για το θέμα που θέλουμε να κάνουμε, είδα την ματιά τους στο ζήτημα και είδα ότι και με τους χρόνους είναι κάτι που μπορεί να γίνει μια τόσο φιλόδοξη δουλειά, είναι 24 επεισόδια σε 3 κύκλους των 8, μου άρεσε πάρα πολύ.

Ο Αντρέας έχει πάθος, αυτοπεποίθηση σε αυτό που κάνει και μου αρέσει αυτό. Μας δικαιώνει το αποτέλεσμα. Πρέπει να μάθουμε κάποια πράγματα και να μην τα προσπερνάμε. Καλό είναι να θυμόμαστε και να μην ξεχνάμε, είναι κάτι που εξακολουθεί να υπάρχει στο νησί, αυτή η – σχεδόν – διχοτόμηση.

Υπάρχει μία ουσία στα πράγματα, υπερασπιζόμαστε έναν τρόπο που αποφασίζουμε να ζούμε, τη γλώσσα τις συνήθειες και τις παραδόσεις μας, τον τρόπο που θρηνούμε τους νεκρούς μας. και κάποιος έρχεται και μας επιβάλει έναν άλλον, αυτό δεν μπορεί να γίνει ανεκτό. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπερασπιστώ το έθνος μου, δηλαδή τη συνήθειά μου, και την πατρίδα με την ευρεία έννοια αλλιώς παγιδευόμαστε σε εθνικισμούς και ανοησίες. Ο Ανδρέας και η Βάνα το κάνουν πολύ έξυπνα. Υπάρχει η βάση, αλλά και η μυθοπλασία, και ο τρόπος που γίνεται και υπάρχει μία επιμέλεια».

   

Για την επαφή του με νέους ανθρώπους σημείωσε: «Επιδιώκω να είμαι πάντα με νέους γιατί έχουν το μέλλον μπροστά τους. Έχουν κάτι χαριτωμένο, μία ψευδαίσθηση της αθανασίας και την αμηχανία στο βλέμμα. Αυτή η αμηχανία πάει μπροστά την Τέχνη.

Η ελληνική τηλεόραση είναι ένα τάβλι, ένα τσίπουρο και ένα χωριό. Εάν είναι αυτό η Ελλάδα του 2024, κάτι δεν πάει καλά. Η θεματολογία είναι το θέμα. Όταν επανερχόμαστε στην ύπαιθρο κάτι μας πάει «πίσω». Την πρώτη ευθύνη την έχουν αυτοί που εμφανίζονται: οι ηθοποιοί, οι σκηνοθέτες, οι σεναριογράφοι, οι δημιουργοί δηλαδή. Από την στιγμή που αποφασίζεις να εκτεθείς για να πεις κάτι, πρέπει να προσπαθήσεις γι’ αυτό. Αν δεν με ενδιέφερε το θέμα για κάτι, δεν θα το έκανα. Θέλουμε να πηγαίνουμε στα σίγουρα, η Τέχνη στα σίγουρα δεν υπάρχει».

To άρθρο Γιάννης Μπέζος: Με απασχολεί τόσο όσο η γνώμη του κόσμου δημοσιεύτηκε στο NewsIT .

Πηγή