Αν και τυποποιήθηκε ως ένας από τους καλύτερους «κακούς» του αμερικάνικου σινεμά, παίρνοντας ρόλους σκληρών εγκληματιών, πιστολάδων, δολοφόνων, διεστραμμένων και γενικώς «αντιπαθητικών» χαρακτήρων του Χόλιγουντ, ο Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ, αυτός ο σπουδαίος ηθοποιός του Χόλιγουντ, ήταν στην προσωπική του ζωή ακριβώς το αντίθετο.
Έχοντας την τύχη να κάνει το ντεμπούτο του, το 1947, στο περίφημο φιλμ νουάρ «Φιλί του Θανάτου» του Χένρι Χάθαγουεϊ, κρατώντας τον ρόλο ενός ψυχοπαθή γκάνγκστερ, που σε μία αλησμόνητη σκηνή σκοτώνει σαδιστικά μια ανάπηρη ηλικιωμένη γυναίκα σε αναπηρικό καροτσάκι σπρώχνοντάς την κάτω από τις σκάλες, θα καταστεί άμεσα για το Χόλιγουντ ένας από τους ιδανικότερους «κακούς» της μεγάλης οθόνης. Μάλιστα, για την ερμηνεία του αυτή, θα φτάσει στις υποψηφιότητες για Όσκαρ, ενώ κέρδισε και τη Χρυσή Σφαίρα.
Όμως, ο Γουίντμαρκ ήταν ακριβώς το αντίθετο, καθώς απεχθανόταν τη βία και τα όπλα, ενώ όσοι τον γνώρισαν τον είχαν χαρακτηρίσει έναν από τους πιο ευαίσθητους, ευγενικούς και αγαπητούς ανθρώπους. Μάλιστα, θα συμμετάσχει σε αρκετές πρωτοβουλίες για τον αποτελεσματικό έλεγχο των όπλων, ενώ το 1976 θα δηλώσει: «Μου φαίνεται απίστευτο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι το μόνο πολιτισμένο έθνος που δεν βάζει κάποιο αποτελεσματικό έλεγχο στα όπλα».
Πάντως, ο Γουίντμαρκ θα ερμηνεύσει και αρκετούς θετικούς ή ηρωικούς ρόλους στα περισσότερα από 50 χρόνια καριέρας του στον κινηματογράφο, παρότι το παρουσιαστικό του ήταν κατάλληλο για χαρακτήρες κακών. Ξανθό μαλλί, γεροδεμένος αλλά στεγνός, με σκληρά χαρακτηριστικά προσώπου, διαπεραστική ματιά και με ένα σαρδόνιο χαμόγελο, που μπορούσε να κρύψει για τα καλά τον ευαίσθητο καλόκαρδο άνθρωπο.
Παίζοντας κυρίως σε ταινίες δράσης, από φιλμ νουάρ και γουέστερν, μέχρι περιπέτειες και πολεμικά και συνεργαζόμενους με τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του αμερικάνικου σινεμά, με κυριότερους τους Τζον Φορντ, Τζόζεφ Μάνκιεβιτς, Έντουαρντ Ντμίτρικ, Στάνλεϊ Κρέιμερ και του «δικού μας» Ζιλ Ντασέν, στον οποίο χρωστάει πολλά για την εξέλιξή του, θα αφήσει το δικό του αποτύπωμα στο σινεμά. Φυσικά, θα σταθεί επάξια και στο πλευρό θρυλικών σταρ, όπως των Τζον Γουέιν, Τζίμι Στιούαρτ, Χένρι Φόντα, Σπένσερ Τρέισι, Σίντνεϊ Πουατιέ, Κερκ Ντάγκλας, Γκρέκορι Πεκ, Γκάρι Κούπερ, Ρόμπερτ Μίτσαμ, Μέριλιν Μονρόε, Αν Μπάξτερ, Τζιν Τίρνεϊ, Ντόρις Ντέι, Σούζαν Χέιγουορντ, Λορίν Μπακόλ…
Με αφορμή τα 110 χρόνια από τη γέννησή του (26 Δεκεμβρίου 1914), μία εποχή που ο μύθος του Χόλιγουντ ακόμη βρισκόταν στα σπάργανα, θα θυμηθούμε τα πρώτα του βήματα και τις σημαντικότερες στιγμές της κινηματογραφικής του ιστορίας, μέσα από αξέχαστες ταινίες, πολλές απ’ τις οποίες έγιναν κλασικές, διαμάντια της φιλμογραφίας, στις οποίες ο ρόλος του Γουίντμαρκ ήταν καθοριστικός.
Το χωριατόπαιδο που έδωσε «Το Φιλί του Θανάτου»
Ο Γουίντμαρκ γεννήθηκε στο Σάνραϊζ Τάουνσιπ, ένα χωριό της Μινεσότα και ήταν γιος της Έθελ Μάε (σκοτσέζικης καταγωγής) και του Καρλ Χένρι Γουίντμαρκ, που ήταν σουηδικής καταγωγής.
Μεγάλωσε στο Ιλινόις, λόγω της εργασίας του πατέρα του, που ήταν εμπορικός εκπρόσωπος, ενώ σπούδασε υποκριτική στο κολέγιο Φόρεστ Λέικ, στο οποίο δούλεψε και ως δάσκαλος ορθοφωνίας. Ως ηθοποιός δούλευε στο θέατρο, σε μικρούς ρόλους στο Μπροντγουεϊ και στο ραδιόφωνο μέχρι τα 32 του χρόνια, όταν άρπαξε – η αλήθεια καθυστερημένα – τη μεγάλη ευκαιρία που του έδωσε ο Χένρι Χάθαγουεϊ με τον περιβόητο ρόλο του Τόμι Όντο στο κλασικό φιλμ νουάρ «Το Φιλί του Θανάτου», με τον οποίο γίνεται η πιο διάσημη αποτροπιαστική φιγούρα της μεγάλης οθόνης.
Η επιτυχία του αυτή, θα του προσφέρει ένα επταετές συμβόλαιο στη 20th Century Fox και πρωταγωνιστικούς ρόλους δίπλα σε τεράστια ονόματα και σε σημαντικές ταινίες, όπως στο γουέστερν «Κίτρινος Ουρανός» (1948) του Γουίλιαμ Γουέλμαν και την ίδια χρονιά στο φιλμ νουάρ «Δρόμος Χωρίς Όνομα» του Γουίλιαμ Κίνγκλεϊ.
Η ευτυχής συνάντηση με τον Ζιλ Ντασέν
Η δεκαετία του ’50 θα σταθεί ακόμη πιο τυχερός, αφού θα έρθει η ώρα να συνεργαστεί με τον Ντασέν στο περίφημο φιλμ νουάρ «Η Νύχτα και η Πόλη», ως αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής, έχοντας δίπλα του την Τζιν Τίρνεϊ. Ο Ντασέν, θέλοντας να αποφύγει τον Μακαρθισμό, θα στήσει, με φυσικό σκηνικό το Λονδίνο, μία φαινομενικά γκανγκστερική ταινία, θέλοντας να τονίσει αφενός την απληστία και αφετέρου τον χαφιεδισμό.
Πρωταγωνιστής του ο Φέιμπιαν (Γουίντμαρκ), ένας οπορτουνιστής κομπιναδόρος που θέλει να πιάσει την καλή, αλλά θα βρει μπροστά του το οργανωμένο έγκλημα, μέρος του οποίου είναι και ο ίδιος. Μία αριστουργηματική ταινία χαρακτήρων, όπου διαθέτει τα πάντα: ανελέητο κυνηγητό, σπείρες, στοιχήματα, κλαμπ, νυχτερινά πλάνα, καπνό ακόμη και μία φαμ φατάλ κόντρα στην ευγενική και ρομαντική Τίρνεϊ. Πάνω απ’ όλα όμως διαθέτει έναν έξοχο πρωταγωνιστή, έναν αντιήρωα που θα βγει χαμένος στην κούρσα της απληστίας.
Από τα γουέστερν στη «Δίκη της Νυρεμβέργης»
Η συνέχεια, για τον Γουίντμαρκ, θα είναι εξίσου πετυχημένη, καθώς θα παίξει σε ταινίες όπως «Ο Κήπος του Κακού» (1954) του Χένρι Χάθαγουεϊ, «Ζαν ντ’ Αρκ» (1957) του Ότο Πρέμινγκερ και συμπρωταγωνιστώντας σε έξοχες ταινίες, δίπλα σε τεράστια ονόματα.
Στις δεκαετίες του ’60 και ’70 θα βρεθεί στο αποκορύφωμα της καριέρας του, συμμετέχοντας σε υπερπαραγωγές, όπως στα γουέστερν «Οχυρό Άλαμο», που γύρισε ο ίδιος ο Τζον Γουέιν, «Η Κατάκτηση της Δύσης» και «Οι Δύο Ιππότες της Κολάσεως» του Τζον Φορντ, συμπρωταγωνιστώντας δίπλα στον Στιούαρτ, ενώ θα έχει έναν βασικό ρόλο στη θρυλική ταινία «Η Δίκη της Νυρεμβέργης» του Κρέιμερ, στην οποία θα διαπρέψει ως κατήγορος, δίπλα σε ιερά τέρατα, όπως ο Σπένσερ Τρέισι, Μπαρτ Λάνκαστερ, Μοντγκόμερι Κλιφτ, Μάρλεν Ντίντριχ και Τζούντι Γκάρλαντ.
Από τον Φορντ στον Λιούμετ
Με το τέλος ουσιαστικά του κλασικού γουέστερν – εκεί γύρω στο τέλος της δεκαετίας του ’60 – στο οποίο έπαιξε σε δεκάδες ταινίες, θα πρέπει να μνημονευτούν οπωσδήποτε τα εξαιρετικά «Οι Αετοί της Καταραμένης Κοιλάδας» του Ντμίτρικ, «Cheyenne Autumn» (μια ειλικρινής κινηματογραφική συγγνώμη προς τους ινδιάνους) του Φορντ και «Ο Έκτος Διέφυγε» του Στάρτζες, θα περάσει και σε άλλα κινηματογραφικά είδη, με κυριότερο, βεβαίως, να παραμμένει εκείνο των ταινιών δράσεων. Χαρακτηριστικές ταινίες είναι το μυστηριώδες κλασικό έργο της Αγκάθα Κρίστι «Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές» του Σιντνεϊ Λιούμετ και το θρίλερ επιστημονικής φαντασίας «Twilight’s Last Gleaming» του Ρόμπερτ Όλντριτς.
Ένα βήμα μπροστά
Ο Γουίντμαρκ, θα παντρευτεί τη σεναριογράφο Τζιν Χάλγουντ με την οποία θα αποκτήσουν μία κόρη και θα παραμείνουν ζευγάρι, μέχρι το θάνατό της, για 55 χρόνια, ενώ το 1999 θα κάνει και τον δεύτερο γάμο του με τη στιχουργό και γνωστή σοσιαλίστρια Σούζαν Μπλανσάρντ – πρώην σύζυγος του Χένρι Φόντα. Θα πεθάνει σε βαθιά γεράματα στις 24 Μαρτίου του 2008 κι ενώ είχε απομακρυνθεί από την υποκριτική πάνω από δέκα χρόνια, αφήνοντας πίσω του σπουδαίες ερμηνείες και την απόδειξη ότι πολλές φορές πίσω από έναν «κακό» κινηματογραφικό χαρακτήρα μπορεί να βρίσκεται ένας υπέροχος άνθρωπος. Ένας καλλιτέχνης που δεν δίστασε να στραπατσαριστεί καλλιτεχνικά, για να προχωρήσει το σινεμά ένα βήμα μπροστά.