Τις περισσότερες πόρτες που χτύπησε λέει ότι τις βρήκε κλειστές. Αλλά δεν εγκατέλειψε. Σε μια μηχανή ονείρων ποτέ δεν ξέρεις πότε θα είναι η στιγμή σου. Και η δική της ήρθε μέχρι σήμερα αρκετές φορές. Οταν, για παράδειγμα, πριν από λίγα χρόνια συνέπραξε με δύο καλλιτεχνικά ινδάλματά της, τον Ντέιβιντ Λιντς και τον Αντζελο Μπανταλαμέντι, όταν πέρυσι συνέθεσε το νέο σήμα για την κινηματογραφική εταιρεία Orion/MGM ή μόλις φέτος, που τραγουδά μαζί με έναν εφηβικό ήρωά της, τον Ντέιβ Γκάχαν, ενώ κάνει και την παραγωγή στο κομμάτι «Wagging Tongue» των Depeche Mode. Αυτή ήταν και η αφορμή για να φωτογραφηθεί στο σπίτι της στο Λος Αντζελες, το οποίο θα εγκαταλείψει τους επόμενους μήνες προκειμένου να υποστηρίξει τη δουλειά της και στην Ελλάδα – άλλωστε από πέρυσι το φθινόπωρο με τη διασκευή του «Creep» των Radiohead για το «Maestro» η Kid Moxie άρχισε να γίνεται γνωστή και αγαπητή και στα μέρη μας, ενώ φέτος θα την ακούσουμε και στο soundtrack για τη σειρά «Milky Way» του Βασίλη Κεκάτου.
Λίγες ημέρες μετά τον επαναπατρισμό της, τη συναντώ στα νότια προάστια των Αθηνών για να μιλήσουμε για τη νέα συνεργασία της με τους Depeche Mode, το άλμπουμ που ετοιμάζει από την EMI/Universal, τα πρώτα ελληνικά τραγούδια της, μα κυρίως για την ανάγκη που σχεδόν την εξανάγκασε πριν από δέκα χρόνια να επινοήσει τον καλλιτεχνικό εαυτό της. Και μάλιστα σε μια πόλη που γνώριζε μόνο από τις στερεοτυπικές κινηματογραφικές απεικονίσεις της. Και που μόνο ένα παιδί με τσαγανό (ελεύθερη μετάφραση στα ελληνικά του Kid Moxie) θα έκανε την απόπειρα να επιβεβαιώσει αλλά και να αποδομήσει με τον βιωματικό τρόπο.
GALA: Δεν σου φαινόταν τρομερά δύσκολο να φύγεις αμέσως μόλις τελείωσες το σχολείο στην Ελλάδα για να σπουδάσεις υποκριτική στο Σαν Φρανσίσκο;
KID MOXIE: Τώρα θα μου φαινόταν δύσκολο, αν το σκεφτόμουν και το ανέλυα. Τότε όχι. Υπήρχε και η ασφάλεια των σπουδών. Ελεγα ότι θα βρεθεί ένας τρόπος να με κρατήσει η χώρα. Επρεπε να με κρατήσει η χώρα.
G.: Γιατί στο Λος Αντζελες;
K.M.: Είχα πάει πρώτη φορά όσο ήμουν φοιτήτρια στο Σαν Φρανσίσκο και είπα αμέσως «εδώ είμαστε». Ηταν έρωτας με την πρώτη ματιά.
G.: Τι σε γοήτευσε δηλαδή;
K.M.: Το γεγονός πως ό,τι βλέπεις στις ταινίες, όλος ο μύθος, απλά επιβεβαιώνεται στην πραγματικότητα. Κι αυτό κάνει την πόλη ακόμα πιο ακαταμάχητη. Ηταν ένα ωραίο σοκ. Και ήθελα να γίνω μέρος όλου αυτού του αχανούς και διαφορετικού πράγματος. Μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και η ψευδαίσθηση ότι εκεί όλα είναι δυνατά. Πράγμα που ισχύει. Απλώς όχι για όλους. Δεν ξέρεις πού μπορεί να φτάσεις. Είναι πολύ ελκυστικό, σαν καζίνο.
G.: Τι πρέπει να έχεις για να φτάσεις κάπου;
K.M.: Βάζω πρώτη την επιμονή και δεύτερο το ταλέντο. Αν έχεις μόνο ταλέντο, μπορεί να είσαι σε ένα υπόγειο, να δουλεύεις μόνος σου και να μη σε ξέρει κανείς. Στο Λος Αντζελες είναι πολύ σημαντικές οι σχέσεις που χτίζεις.
G.: Τι σημαίνει επιμονή;
K.M.: Στην περίπτωσή μου ήξερα ότι ξεκινάω από το μηδέν. Και μου άρεσε το ταξίδι. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν με πλήγωνε κιόλας, γιατί έχω φάει πολλά επαγγελματικά χαστούκια. Τα πρώτα χρόνια κυριολεκτικά χτυπούσα πόρτες. Δεν με έβγαλε πουθενά, αλλά κατάφερα να ξεπεράσω τον φόβο. Ακόμα ακούω πολλά «όχι», τα περισσότερα είναι «όχι», όμως ακούω και κάποια πολύ μεγάλα «ναι».
G.: Πώς διαχειρίζεσαι τα «όχι»;
K.M.: Στην αρχή καθόμουν και τα σκεφτόμουν διαρκώς, ξαγρυπνούσα και με αμφισβητούσα. Ακόμα με αμφισβητώ. Νομίζω ότι αυτό δεν τελειώνει ποτέ.
G.: Η έλξη προς την τέχνη ήταν προίκα από την οικογένειά σου;
K.M.: Η μητέρα μου είναι δικαστής και ο πατέρας μου εργολάβος, αλλά πάντα αγαπούσαν την τέχνη και κυρίως τη μουσική.
G.: Πώς δέχτηκαν αυτή την απόφασή σου;
K.M.: Υπήρχε αμφισβήτηση και φόβος. Ομως ήταν υποστηρικτικοί και με βοήθησαν πολύ και ουσιαστικά στα πρώτα μου βήματα. Δεν μου αρνήθηκαν ποτέ κάτι, παρότι δεν τους άρεσε η ιδέα της Αμερικής. Ομως εγώ ήθελα να τη ζήσω την Αμερική. Στην αρχή δεν είχα στοχοπροσήλωση στην καριέρα. Ημουν πολύ του εδώ και τώρα. Στο τέλος των σπουδών μου άρχισα να σκέφτομαι ότι έπρεπε να κάνω κάτι για να μπορέσω να μείνω στη χώρα.
Ετσι, βρήκα ατζέντη, ξεκίνησα να πηγαίνω σε οντισιόν, άρχισα να με παίρνω στα σοβαρά. Τότε ενηλικιώθηκα.
G.: Η Ελλάδα δεν σου έλειπε; Οι άνθρωποί σου;
K.M.: Ακόμα μου λείπουν. Ομως κατάφερα να δημιουργήσω σχέσεις στο Λος Αντζελες. Κυρίως όμως εκείνο που μου άρεσε εκεί ήταν ο εαυτός μου. Αισθανόμουν πολύ πιο ελεύθερη. Και είχα επιθυμήσει να δω τον εαυτό μου έτσι. Στην Αμερική με εφηύρα. Το Λος Αντζελες σου δίνει απλόχερα την αίσθηση ότι μπορείς να γίνεις αυτό που πάντα είχες φανταστεί ότι θέλεις να γίνεις. Στην Ελλάδα ένιωθα ότι χρειάζεται να μπω σε καλούπια. Επρεπε να κάνω κάτι πολύ δραστικό για να νιώσω καλά με τον εαυτό μου. Και το έκανα.
G.: Και πώς από την υποκριτική πέρασες τελικά στη μουσική;
K.M.: Η μουσική υπήρχε πάντα στη ζωή μου, από παιδί. Και υπήρχε και στην Αμερική ως side project. Σκέψου ότι την περίοδο που έκανα τη μετάβαση έπαιζα μπάσο στην μπάντα του Μάικλ Μπουμπλέ. Η μουσική πέρασε σε πρώτο πλάνο όταν κομμάτια που έγραφα άρχισαν να μπαίνουν σε κάποιες τηλεοπτικές σειρές και είδα ότι έτσι μπορώ να εξασφαλίσω χρήματα. Από την άλλη, στην υποκρτική καταλάβαινα πια ότι δεν μπορούσα να έχω τον έλεγχο. Προτιμούσα να δημιουργήσω εγώ τη δική μου εικόνα και να την εκπέμψω. Η μουσική ήταν το όχημα για να πάρω τον έλεγχο.
G.: Πότε κατάλαβες ότι είχες κάνει τη σωστή επιλογή;
K.M.: Η συνάντησή μου με τον Ντέιβιντ Λιντς και τον Αντζελο Μπανταλαμέντι ήταν μια κομβική στιγμή.
G.: Πώς έγινε;
K.M.: Χτυπώντας πόρτες. Συγκεκριμένα, στέλνοντας μέσω email μουσική μου στον Αντζελο Μπανταλαμέντι, στο οποίο μου απάντησε. Η γνωριμία μου μαζί του ήταν η βενζίνη για να συνεχίσει να πηγαίνει το αυτοκίνητο, με ανεφοδίασε. Είδα ότι κάτι που θεωρούσα άπιαστο ως τότε μπορούσε να γίνει.
G.: Αλλος στη θέση σου ίσως δεν θα έστελνε ποτέ το μήνυμα. Θα σκεφτόταν «έλα μωρέ, σιγά που θα απαντήσει».
K.M.: Αυτό για μένα είναι το καρφί στο φέρετρο. Μπορώ να ζήσω με την αποτυχία, έχω πολλές από αυτές. Δεν μπορώ να ζήσω με το ερωτηματικό του «τι θα γινόταν αν…».
G.: Σε ανθρώπινο επίπεδο πώς νιώθεις όταν γνωρίζεις καλλιτέχνες που θαυμάζεις;
K.M.: Οπως ακριβώς τώρα με τους Depeche Mode. Γνωρίζω τους παιδικούς ήρωές μου και θυμάμαι πόσο μυθικοί μου φαίνονταν αυτοί οι άνθρωποι στην εφηβεία μου. Το βιώνω πολύ έντονα και πολύ ρομαντικά.
G.: Οι Depeche Mode πώς σε βρήκαν;
K.M.: Ηταν κεραμίδα. Ηρθε ένα email στον μάνατζέρ μου στο οποίο έλεγαν ότι είχαν ακούσει το άλμπουμ «Better than Electric», ότι τους άρεσε το rework μου στο «Creep» των Radiohead και ότι ο Ντέιβ Γκάχαν ήθελε να τραγουδήσουμε μαζί επειδή του άρεσε η φωνή μου.
G.: Εχουν αντίκρισμα, βοηθούν ουσιαστικά τη δουλειά σου αυτές οι συμπράξεις;
K.M.: Κατ’ αρχάς μια τέτοια συνεργασία σε εκθέτει σε ένα μεγαλύτερο κοινό που δεν σε γνώριζε προηγουμένως. Από την άλλη, σου προσφέρει αξιοπιστία. Οταν αναφέρεις ότι «έκανα αυτό με εκείνον και εκείνο με τον άλλο» αρχίζουν να σε προσέχουν περισσότερο. Για παράδειγμα, πέρυσι έγραψα τη μουσική για το νέο σήμα της Orion/MGM, το οποίο θα παίζει για τα επόμενα 40 χρόνια πριν από κάθε ταινία του στούντιο. Είναι το μεγαλύτερο πράγμα που έχω κάνει μέχρι τώρα.
G.: Ελπίζω να πληρώθηκες καλά.
K.M.: (Γελάει) Κάθε συνεργασία σού προσφέρει αξιοπιστία στα μάτια των άλλων και τη δυνατότητα να διεκδικήσεις κάτι περισσότερο για σένα.
Τώρα μιλάω με ένα μεγάλο στούντιο για να συνθέσω μουσική για ένα φιλμ.
Αυτό για μένα είναι το μεγάλο όνειρο.
G.: Ξέρεις τι παρατηρώ; Οτι ακούγεσαι κάπως ταπεινή γι’ αυτά που έχεις πετύχει.
K.M.: Ναι, γιατί ξέρω ότι όλα έχουν έρθει με πολύ μεγάλο μόχθο.
G.: Και τώρα, τι σε φέρνει στην Ελλάδα; Καλοκαιρινές διακοπές;
K.M.: Οχι μόνο. Θα μείνω μέχρι το τέλος της χρονιάς. Τους επόμενους μήνες θα κυκλοφορήσει μια συλλογή με όλα τα covers που έχω κάνει και πολλά ακόμα που δεν έχουν βγει. Θα περιλαμβάνει και τα πρώτα μου ελληνικά κομμάτια. Από Σεπτέμβρη θα ξεκινήσουν να κυκλοφορούν τα singles μου, ενώ τον Οκτώβριο προγραμματίζουμε και ένα live. Θα μείνω λοιπόν στην Ελλάδα τους επόμενους μήνες για να υποστηρίξω τη δουλειά μου, αλλά και γιατί θέλω να είμαι εδώ. Αλλωστε για τη δουλειά που κάνω δεν χρειάζεται να είμαι διαρκώς στην Αμερική. Μπορεί να γράφω από μια παραλία στην Ανάφη. Οταν, για παράδειγμα, συνέθετα το σήμα της MGM βρισκόμουν στην Πάρο, όχι σε κάποιο στούντιο στο Χόλιγουντ.
G.: Η ζωή στο Λος Αντζελες πώς είναι;
K.M.: Εχει πολλά σουρεαλιστικά στοιχεία.
G.: Οπως το να σκοντάφτεις συχνά πάνω σε διασημότητες;
K.M.: Εχω δει τον Ράιαν Γκόσλινγκ να διαλέγει μαρούλια. (γελάει) Αυτό δεν το θεωρώ πια σουρεαλισμό. Είναι η καθημερινότητα. Σουρεαλιστικό είναι το αίσθημα της πόλης. Οτι είναι μια μηχανή ονείρων. Αυτό βέβαια είναι και παγίδα. Γιατί τελικά μπορείς να κυνηγάς κάτι, να σου ξεφεύγει μέσα από τα χέρια και να επιμένεις, να επιμένεις, να επιμένεις, χωρίς να το αγγίζεις ποτέ. Σαν το χάμστερ στον τροχό. Είναι διπολική πόλη το L.A.
G.: Τι χρειάζεται για να επιβιώσεις;
K.M.: Κυρίως πρέπει να πιστέψεις σε αυτό που κάνεις. Οι Αμερικανοί μπορεί να συγχωρούν την απειρία, αλλά όχι την έλλειψη αυτοπεποίθησης. Εχω κι εγώ ανασφάλειες, αλλά πλέον είμαι μάστορας στο να μην τις προβάλλω, γιατί αυτές είναι ο εχθρός μου. Χρειάζεται να είσαι και λίγο χοντρόπετσος.
G.: Ησουν ή έγινες;
K.M.: Εγινα. Και μάλιστα γρήγορα. Εφαγα τόσα χαστούκια στην αρχή που δεν μπορούσα να πάρω ανάσα. Το άλλο που χρειάζεται η Αμερική είναι να βρεις τι σε κάνει ιδιαίτερο. Δεν πρέπει να δεις τι κάνουν οι άλλοι και να το επαναλάβεις. Δεν λειτουργεί.
G.: Ποια είναι η μικρή ιεροτελεστία που ακολουθείς καθημερινά;
K.M.: Κάνω μια νοητή λίστα ευγνωμοσύνης γι’ αυτά που έχω με το που ξυπνάω. Μου δίνει μια βάση για να ξεκινήσω την ημέρα μου. Και μετά πιάνω το κινητό μου. Ανοίγω πρώτα Instagram και αμέσως μετά τους «New York Times».
G.: Γιατί Kid Moxie;
Κ.Μ.: Χρειάστηκε να βρω ένα όνομα όταν ξεκίνησα τα πρώτα μου live. Επρεπε κάπως να με αναφέρουν. Το Moxie το είχα δει κάποια στιγμή πάνω σε ένα μπουκάλι Coca-Cola από τα 50s. Περιέχει και το X, το οποίο θεωρώ πως έχει τρομερή δυναμική. Για να καταλάβεις, όταν είδα ότι ο Μασκ μετονόμασε το Twitter σε X τρελάθηκα. Το Kid μου άρεσε γιατί ήταν παιχνιδιάρικο και όλο μαζί μου φάνηκε ιδανικό, κυρίως γιατί δεν μπορούσες να καταλάβεις το φύλο του καλλιτέχνη. Μου άρεσε αυτό το μυστήριο της ταυτότητας, αυτή η μάσκα. Θα γίνω γιαγιά και θα με λένε Kid Moxie. Θα είναι κάπως αστείο. Εστω, χαριτωμένο.
G.: Είσαι χαρούμενη ή ένας καλλιτέχνης δεν επιτρέπεται να είναι χαρούμενος;
Κ.Μ.: Αυτό δεν το πιστεύω. Και δεν μπορώ να δημιουργήσω βουτηγμένη στη στενοχώρια ή στη μιζέρια. Αν δεν είμαι καλά, δεν μπορώ να φτιάξω τίποτα. Απλώς ζω τη μαυρίλα μου. Οταν είμαι όμως ήρεμη και ήσυχη, τότε μπορώ να είμαι δημιουργική. Η ζωή είναι ένα καρδιογράφημα. Αλλες φορές είμαι χαρούμενη και άλλες δεν είμαι. Συνειδητά αναζητώ πια τη χαρά. Πέρασα χρόνια αναζητώντας την επόμενη πίστα, αλλά κατάλαβα ότι κυνηγώντας το μέλλον ξεχνούσα να ζήσω στο παρόν.
Styling: Cameron Romance Make-Up/Hair: Rose Ritland