Οι Ελληνες γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το πλέον ασυγχώρητο έγκλημα είναι η επιτυχία. Τιμωρείται αυστηρά στα σύγχρονα λαϊκά δικαστήρια του Facebook, του Twitter και του Instagram.
Πώς διανοήθηκε ο νέος πρόεδρος της Κύπρου να επιλέξει ως μέλος της κυβέρνησής του έναν τραγουδοποιό που δεν ευλογήθηκε με το εγχώριο πιστοποιητικό κουλτούρας;
Τι ξέρει ο «ελαφρο-πoπ» Μιχάλης Χατζηγιάννης από πολιτισμό; Σε πόσα κυπριακά μουσεία έχει πάει; Τι γνωρίζει για τα προβλήματα των καλλιτεχνών; Με ποια εμπειρία θα διαχειριστεί τα γραφειοκρατικά θέματα του υφυπουργείου; Τέτοια και άλλα πολλά ήταν τα σχόλια που ακολούθησαν την ανακοίνωση της σύνθεσης του νέου κυβερνητικού σχήματος στην Κύπρο.
Αν κάποιος ανατρέξει λίγα χρόνια πίσω, οι ίδιοι άνθρωποι φούσκωναν από τοπικιστικό καμάρι γιατί «ένας δικός μας» κάνει καριέρα στην Ελλάδα και σαρώνει. Ούτε μισό αρνητικό σχόλιο, ούτε καν αμφιβολία για το ταλέντο και τα προσόντα του Μιχάλη… μέχρι που επελέγη από τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη για το νεοσύστατο υφυπουργείο Πολιτισμού.
Αίφνης, ξεχείλισε η έγνοια για τον πολιτισμό σε ένα κράτος που μέχρι πριν από λίγους μήνες είχε εντάξει τα μουσεία στο υπουργείο Συγκοινωνιών και το Ιδρυμα Συμφωνικής Ορχήστρας στο υπουργείο Οικονομικών!
Δεν θα έλεγε λοιπόν κανείς ότι ο Μιχάλης Χατζηγιάννης πήρε το πολιτικό βάφτισμα του πυρός με χειροκροτήματα και μπήκε στο υφυπουργείο με το δεξί! Καλείται τώρα να αποδείξει ότι μπορεί και να πείσει ότι η επιτυχημένη καλλιτεχνική του καριέρα δεν ήταν τυχαία. Καλείται να… γεμίσει την καρέκλα του υφυπουργού χωρίς να έχει σημασία αν γέμιζε γήπεδα και συναυλιακούς χώρους. Το μόνο που δεν έχει κληθεί ακόμα να αποδείξει είναι ότι προέρχεται από μια προσφυγική οικογένεια που έχασε τα πάντα στην εισβολή του 1974. Τόσο ο πατέρας όσο και η μητέρα του γεννήθηκαν στη Κερύνεια και το όνειρο του παππού του να επιστρέψει κάποτε στο σπίτι του δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
Επιλογή δημοτικότητας
Προφανώς και ο Μιχάλης Χατζηγιάννης δεν επελέγη από τον Νίκο Χριστοδουλίδη για την πολιτική του πορεία, ούτε για την ακτιβιστική του δράση. Υπήρξαν μια γνωριμία από τα παλιά, αμοιβαία συμπάθεια και λίγες συναντήσεις από αυτές που κάποιος θα τις χαρακτήριζε «συναντήσεις στο πόδι».
Ο νέος πρόεδρος της Κύπρου είχε βολιδοσκοπήσει πολύ πριν από τις εκλογές της 12ης Φεβρουαρίου τον τραγουδοποιό λέγοντας πως κάποια στιγμή θα έπρεπε να μιλήσουν. Τίποτα δεν έδειχνε ότι στο μυαλό του τότε υποψήφιου προέδρου ήταν η σύνθεση του νέου κυβερνητικού σχήματος, καθώς όλες οι δημοσκοπήσεις έδειχναν σταθερά πως θα είναι ο νέος Πρόεδρος της Μεγαλονήσου.
Η πρώτη απευθείας κρούση μάλλον δεν ήταν αρκετή για να κάνει τον Χατζηγιάννη να σκεφτεί ότι θα μπορούσε να κάνει το άλμα από τις πίστες στην αρένα της πολιτικής. Μετά τις εκλογές είπε το ναι και πήρε μια δύσκολη απόφαση: να μετακομίσει μόνιμα και πάλι στην Κύπρο και να πλεύσει σε αχαρτογράφητα νερά. Αχαρτογράφητα όχι μόνο γιατί ο ίδιος δεν είχε εμπλοκή με την πολιτική, αλλά και γιατί αναλαμβάνει ένα υφυπουργείο το οποίο δημιουργήθηκε πριν από λίγους μήνες και ακόμα δεν διαθέτει δομή.
Ο δε Κύπριος Πρόεδρος έκαμψε τις αναστολές του και τον ενθάρρυνε, διαβεβαιώνοντάς τον πως θα τον στηρίξει, όπως και το έκανε. Επί του παρόντος, η μόνη απάντηση του Χατζηγιάννη στις επικρίσεις είναι η καλλιτεχνική του πορεία και η δημοτικότητά του. Δεν μπήκε στη διαδικασία να εξηγήσει την απόφασή του, παρότι το 2017 μιλώντας στον Τάσο Τρύφωνος είχε πει πως ποτέ δεν του είχαν προτείνει να εμπλακεί στην πολιτική και ο ίδιος δεν σκεφτόταν κάτι τέτοιο.
«Οχι, δεν μου έχουν προτείνει και δεν θα το έκανα και ποτέ. Εγώ δεν είμαι πολιτικοποιημένος άνθρωπος. Δεν είμαι κομματικοποιημένος. Είμαι πολιτικοποιημένος σε βαθμό που αφορά τα κοινά, αυτά που επηρεάζουν τη μεγαλύτερη μάζα, την κοινωνία», είχε απαντήσει. Σήμερα αυτή η δήλωση γίνεται πάλι επίκαιρη, με το «ποτέ μη λες ποτέ» να είναι η πλέον σοφής απάντηση σε τέτοιου είδους ερωτήματα.
Τα πτυχία του Λονδίνου
Ηδη κάποιοι στην Κύπρο δεν έχασαν την ευκαιρία, προτού καν ο Χατζηγιάννης αναλάβει καθήκοντα, να ζητήσουν την παραίτηση ή την παύση του από τον Πρόεδρο που τον διόρισε. Αφορμή το βιογραφικό του σε σχέση με τα ακαδημαϊκά του προσόντα. Στο επίσημο βιογραφικό του που διανεμήθηκε μετά την ανακοίνωση της σύνθεση της νέας κυβέρνησης αναφερόταν ότι «σπούδασε Μουσική στο Εθνικό Ωδείο Κύπρου από όπου απέκτησε διπλώματα κλασικής κιθάρας και πιάνου και στη Βασιλική Ακαδημία Μουσικής Λονδίνου στα ανώτατα θεωρητικά μαθήματα».
Ωστόσο, μετά τον διορισμό του το βιογραφικό του στη Wikipedia άλλαξε και πλέον αναφέρεται ότι «παρακολούθησε μαθήματα μουσικής στο Εθνικό Ωδείο Κύπρου και παρακάθισε σε εξετάσεις προπτυχιακού επιπέδου της Βασιλικής Ακαδημίας Μουσικής του Λονδίνου για πιάνο, κιθάρα, και θεωρία». Κυβερνητική πηγή δεν θέλησε να κάνει στο «ΘΕΜΑ» κανένα σχόλιο γι’ αυτή την αλλαγή, απλώς ανέφερε: «Ενας καλλιτέχνης σαν τον Μιχάλη δεν επιλέγεται λόγω των πτυχίων του, αλλά λόγω της αξίας του».
Ακολούθησε μια ανοιχτή επιστολή ανώνυμων καλλιτεχνών στα social media, οι οποίοι με το καλημέρα και προτού καν ο Χατζηγιάννης δώσει δείγματα γραφής επεδίωξαν να τον αποδομήσουν. Η επιστολή αναφέρει:
«O διορισμός του κυρίου Μιχάλη Χατζηγιάννη στη θέση του υφυπουργού Πολιτισμού μάς έχει προκαλέσει έκπληξη και αναστάτωση. Η επιλογή του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, κυρίου Νίκου Χριστοδουλίδη, φαίνεται να αναιρεί πλήρως τις προεκλογικές του δηλώσεις που παρέπεμπαν στην ανάγκη διορισμού στην εν λόγω θέση προσώπου με διοικητική ικανότητα και γνώση των πολύπλοκων θεμάτων του τομέα του πολιτισμού, ώστε να χειριστεί αποτελεσματικά τις ανάγκες και δομές του νεοσύστατου υφυπουργείου.
Οπωσδήποτε, η εμπορική επιτυχία που έχει σημειώσει ο κύριος Χατζηγιάννης, ως τραγουδιστής και τραγουδοποιός, δεν αποτελεί κριτήριο για να του ανατεθεί το υφυπουργείο Πολιτισμού. Επιπλέον, η παντελής αποχή του από τα κοινά και η έλλειψη γνώσης των πολυδιάστατων προβλημάτων στον τομέα του πολιτισμού μάς προκαλεί ερωτήματα για τα κριτήρια διορισμού του στη νευραλγικής σημασίας αυτή θέση.
Το υφυπουργείο Πολιτισμού, οκτώ μήνες μετά τη δημιουργία του, κληροδοτείται με σωρεία πάγιων προβλημάτων όπως: τις ελλιπείς δομές και την υποστελέχωση των πολιτιστικών υπηρεσιών, σοβαρές εκκρεμότητες σχετικά με τη θεσμική κατοχύρωση των καλλιτεχνών, ζητήματα που αφορούν τη στρατηγική ανάπτυξης πολιτιστικής παραγωγής, αποκέντρωσης, βιωσιμότητας και κινητικότητας, τον περιορισμένο σχεδιασμό προγραμμάτων υποστήριξης και χορηγιών κ.ά.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, εκφράζουμε την ανάγκη για ένα υφυπουργείο Πολιτισμού με γνώση και αντίληψη των περίπλοκων τοπικών συνθηκών στο πεδίο του πολιτισμού και τις απαιτούμενες δεξιότητες για να ανταποκριθεί στις επείγουσες και σοβαρές προκλήσεις του τομέα μας. Επιπλέον, διεκδικούμε ένα υφυπουργείο Πολιτισμού με διευρυμένες και αναβαθμισμένες δομές, ικανό να στηρίξει επαρκώς τους πολιτιστικούς οργανισμούς και να αναπτύξει περαιτέρω την πολιτιστική ζωή του τόπου, όπως προϋποθέτει ο ρόλος του».
Θαυμαστής του Νταλάρα
Ο Μιχάλης Χατζηγιάννης διαθέτει πλέον, όπως προβλέπουν οι κανονισμοί ασφαλείας και το πρωτόκολλο, υπουργική λιμουζίνα Volvo μεγάλου κυβισμού και δύο αστυνομικούς ως φρουρά, που ασκούν και καθήκοντα οδηγού. Μια εικόνα κόντρα σε αυτή που τον χαρακτήριζε έως τώρα.
Μέχρι σήμερα πάντως έχει αντισταθεί στη γραβάτα, ενώ η πρόθεσή του να εμφανιστεί στην ορκωμοσία με ποδήλατο δεν υλοποιήθηκε, αφού πρόσφατο εγχείρημά του να αποδείξει πως, όταν μάθεις πετάλι δεν το ξεχνάς ποτέ, διέψευσε τον κανόνα. Το βίντεο που είχε αναρτήσει στο Instagram μάλλον δεν έπειθε πως τα πάει καλά με το ποδήλατο. Ισως η μη υλοποίηση της υπόσχεσής του να οφείλεται και σε ένα μικρό ατύχημα που τον ανάγκασε να εμφανιστεί στην ορκωμοσία με επίδεσμο στο δεξί του χέρι.
Στα 14 του μας συστήθηκε για πρώτη φορά. Μαθητής, με μια κιθάρα, εμφανίστηκε στο ΡΙΚ, όταν στην Κύπρο δεν υπήρχε άλλο τηλεοπτικό κανάλι και άλλος τρόπος να ξεφύγει κάποιος από την αφάνεια. Ο Μιχάλης δοκίμασε το 1994 το ταλέντο -όχι την τύχη του- στην εκπομπή «Αφετηρίες» με στόχο να τον ακούσουν και να κάνει το πρώτο βήμα. Δεν κατέβαλε καμία προσπάθεια να πείσει τους κριτές για την καλλιτεχνική του ιδιαιτερότητα. Μάλλον το αντίθετο. Προσπαθούσε να μοιάσει όσο περισσότερο μπορούσε στο ίνδαλμά του, τον Γιώργο Νταλάρα, τραγουδώντας όλο το ρεπερτόριό του.
Το τραγούδι που είχε επιλέξει στην πρώτη δημόσια τηλεοπτική του εμφάνιση ήταν το «Αν υπάρχει λόγος» – και μάλλον ήταν ο λόγος που μπόρεσε στη συνέχεια να αυτονομηθεί και να ξεδιπλώσει τη δική του προσωπικότητα.
Μεταξύ των κριτών στις «Αφετηρίες» ήταν ο συνθέτης Δώρος Γεωργιάδης και ο στιχουργός Γιώργος Σερδάρης, τα ονόματα των οποίων αργότερα ενεπλάκησαν σε ένα τεράστιο σκάνδαλο με καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση ανηλίκων που επιχειρούσαν να κάνουν καριέρα στο τραγούδι.
Το 1994 ο Μιχάλης κατάφερε να κερδίσει το πρώτο βραβείο σε Παγκύπριο Διαγωνισμό Τραγουδιού με το τραγούδι «Η δική μου ιστορία». Από τότε άρχισε πλέον να γίνεται αναγνωρίσιμος σε ένα νησί που αποδείχθηκε στη συνέχεια μικρό για τα καλλιτεχνικά του όνειρα.
Οπως ο ίδιος έχει παραδεχτεί, πέρασε καιρός για να ξεφύγει από τη σκιά του «μικρού Νταλάρα». Συγκεκριμένα, σε συνέντευξή του στο MEGA έχει πει: «Οταν πρωτοβγήκα έλεγαν ότι η φωνή μου μοιάζει με του Γιώργου Νταλάρα, είχα εμμονή μαζί του. Τον είχα ως απόλυτο πρότυπο». Μάλιστα κρατούσε χρήματα από το χαρτζιλίκι του για να αγοράσει τους δίσκους του, αφομοιώνοντας κάθε γύρισμα της φωνής του, αλλά ενίοτε και το πώς ντυνόταν στις εμφανίσεις του.
Το όνειρο που κάποτε θεωρούσε άπιαστο ο Μιχάλης, να συναντηθεί με τον Γιώργο Νταλάρα, πραγματοποιήθηκε και μάλιστα είχε και μια πιο ενδιαφέρουσα συνέχεια. Βρέθηκαν στην ίδια σκηνή και ο Νταλάρας τραγούδησε τραγούδια που είχε γράψει ο Μιχάλης. Βέβαια κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι μέχρι ο Χατζηγιάννης να γεμίζει μόνος του, με τα δικά του τραγούδια, κάθε χώρο όπου εμφανιζόταν.
Οι δίσκοι που είχε κυκλοφορήσει τη δεκαετία του ’90 στην Κύπρο δεν έσπασαν το φράγμα του νησιού, αλλά η φωνή του έφτασε στα αυτιά εκείνων που έδειξαν ενδιαφέρον για τον ίδιο στην Ελλάδα. Καθοριστική ήταν η συμμετοχή του στον διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision το 1998 εκπροσωπώντας την Κύπρο με το τραγούδι «Γένεσις» σε δική του μουσική και στίχους του Ζήνωνα Ζηντίλη.
Το άγγιγμα του Μίδα
Μετά τη Eurovision οι καλλιτεχνικοί δρόμοι της Κύπρου ήταν στενοί για τον Μιχάλη και έτσι αποφάσισε να ρισκάρει το χάος της Αθήνας. Το «πρώτος στο χωριό» δεν ταίριαζε στην ιδιοσυγκρασία και τις φιλοδοξίες του. Πήρε την κιθάρα του και σχεδόν άγνωστος μεταξύ αγνώστων βρέθηκε στην Ελλάδα κυνηγώντας ένα όνειρο, το οποίο αποδείχθηκε ως προσδοκία λιγότερο εντυπωσιακό από την πραγματικότητα.
Ο Γιώργος Χατζηνάσιος διαισθάνθηκε πως αυτή η φωνή ήταν ιδανική για να ερμηνεύσει το ομώνυμο τραγούδι τίτλων της σειράς «Αγγιγμα ψυχής», που έσπαγε τους μετρητές τηλεθέασης στον ΑΝΤ1. Η διαίσθηση του μεγάλου συνθέτη ήταν σωστή και ο Μιχάλης Χατζηγιάννης άκουγε πλέον τη φωνή του σε όλα τα ραδιόφωνα, με τους δίσκους του να σπάνε ένα-ένα όλα τα ρεκόρ πωλήσεων. Τελικά, το «Αγγιγμα ψυχής» έγινε το άγγιγμα του Μίδα, με τον Μιχάλη να καθιερώνεται ως ένας από τους δημοφιλέστερους καλλιτέχνες. Ο Γιώργος Χατζηνάσιος έχει πει για την πρώτη συνάντησή του με τον νεαρό τραγουδιστή:
«Οταν ήρθε ο Μιχάλης ήταν ένα αμίλητο παιδί, συνεσταλμένος και σιγά-σιγά ξεθάρρεψε. Είχε και ένα άλλο ελάττωμα, ήταν πολύ αδύνατος. Του είπα να γραφτεί σε γυμναστήριο για να φτιάξει το σώμα του. Μετά από δυο-τρία χρόνια που τον είχα δει ήταν πολύ διαφορετικός, είχε ακολουθήσει τις συμβουλές μου. Είναι σαν να έχτισα τον Μιχάλη Χατζηγιάννη».
Χωρίς πολλή αναμονή ακολούθησε ο πρώτος προσωπικός του δίσκος με τις επιτυχίες να διαδέχονται η μία την άλλη και τα μουσικά βραβεία και οι τριπλά πλατινένιοι δίσκοι να μη βρίσκουν χώρο στους τοίχους του σπιτιού του. Η δεκαετία 2000-2010 δεν άφηνε αμφιβολίες ότι ήταν η δεκαετία Χατζηγιάννη στο ελληνικό τραγούδι, με τις πωλήσεις δίσκων του να ξεπερνούν τα 3.500.000. Ακολούθησαν ακόμα δέκα χρόνια με σημαντικές συνεργασίες και εμφανίσεις και με τα τραγούδια του να βρίσκονται μόνιμα στις πρώτες θέσεις των charts και να ακούγονται συνεχώς σε όλες τις ραδιοφωνικές εκπομπές.
Οι φωνητικές χορδές και η… χολή
Η μεγάλη επιτυχία όμως έφερε και μεγάλες υποχρεώσεις, εκ των πραγμάτων και μεγάλη κόπωση, με αποτέλεσμα ο Μιχάλης να αντιμετωπίσει πρόβλημα στις φωνητικές χορδές του και να διακόψει τις δημόσιες εμφανίσεις του για σχεδόν τρία χρόνια.
Το πρόβλημα υγείας του ωστόσο δεν φάνηκε πως ήταν αρκετός λόγος για να επιδειχθεί ευαισθησία. Ανθρωποι στα κράσπεδα του καλλιτεχνικού χώρου που έχουν πάντα… μια καλή κουβέντα στο στόμα θεώρησαν ότι είναι κατάλληλη στιγμή να τον κατασπαράξουν. Απέδωσαν τα προβλήματα που αντιμετώπιζε στη φιλοχρηματία του και στην απώλεια της αίσθησης μέτρου που τον οδήγησε σε καταχρήσεις. Και τι δεν ειπώθηκε τότε… «Λύσσα για τα χρήματα», «δεν δίνει του αγγέλου του νερό», «καλλιτεχνικές ξεπέτες» και άλλα πολλά.
Μέσα σε αυτό τον οίστρο της κακεντρέχειας δεν του συγχωρέθηκε ούτε η αποκάλυψη των πολιτικών του προτιμήσεων στηρίζοντας τον Αντώνη Σαμαρά στην Ελλάδα και τον Νίκο Αναστασιάδη στην Κύπρο. Ηταν και είναι δύσκολοι οι καιροί για όσους καλλιτέχνες έχουν απόσταση από το αριστερό μονοπώλιο στην τέχνη.
Ο ίδιος δεν είχε απαντήσει σε τίποτε απ’ όλα αυτά, αλλά σε συνέντευξή του στον Θάνο Μωραΐτη είχε αποκαλύψει: «Η κορυφή φέρνει απίστευτη πίεση, ανασφάλεια και προβληματισμό. Πρέπει να είσαι έτοιμος για την πτώση, για το προβάδισμα και την έλευση στην κορυφή. Νομίζω ότι είναι φυσιολογικό κάποια στιγμή ο τραγουδιστής να αποστασιοποιείται και είναι κάτι που το έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Μπορεί να μην είναι και τόσο μακρινό. Εχω χορτάσει, είμαι πολύ ευγνώμων και πολύ αισθηματικά δεμένος με αυτό που έχει συμβεί».
Και ύστερα ήρθε η Ζέτα
Ο ίδιος, στο μέτρο του δυνατού, επιχείρησε να κρατήσει την προσωπική του ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Ομολογουμένως η προσπάθεια αυτή ήταν δύσκολη, καθώς ποιος θα μπορούσε να αδιαφορήσει για έναν από τους πιο αγαπημένους τραγουδοποιούς, ιδίως αν ο δρόμος του είχε διασταυρωθεί με μια δημοφιλή ηθοποιό και παρουσιάστρια όπως η Ζέτα Μακρυπούλια;
Αμφότεροι νέοι άνθρωποι, όμορφοι, επιτυχημένοι και αποστασιοποιημένοι από τις επιδεικτικές ακρότητες των ζεϊμπέκικων της εποχής. Η σχέση τους διήρκεσε 12 ολόκληρα χρόνια και, όπως δήλωσαν και οι δύο ανακοινώνοντας την απόφασή τους να τραβήξουν χωριστούς δρόμους, κουράστηκαν. Σπανίως οι δυο τους απασχόλησαν τις στήλες των κουτσομπολιών και τις σκανδαλοθηρικές εκπομπές και αν αυτό έγινε κάποιες φορές δεν το επεδίωξαν. Ο Μιχάλης και η Ζέτα για μεγάλο χρονικό διάστημα συζούσαν στο διαμέρισμά τους στην Ανω Γλυφάδα επιλέγοντας για τις διακοπές τους την Πάρο – άλλωστε, ήταν το νησί που ουσιαστικά τους ένωσε μετά τη γνωριμία τους στην εκδήλωση των βραβείων MAD τον Ιούνιο του 2010.
Τίποτα δεν προμήνυε ότι η σχέση τους δεν θα είχε το μέλλον που οδηγεί σε αιώνιους όρκους, γάμους, κουμπάρους και παιδιά. Ο Μιχάλης σπανίως μιλούσε για τα προσωπικά του, ακόμα κι όταν αυτά ήταν γνωστά στους πάντες, όπως η προηγούμενη σχέση του με την Κύπρια τραγουδίστρια Δέσποινα Ολυμπίου. Ωστόσο για τη Ζέτα είχε κάνει μια εξαίρεση: είχε μιλήσει στο «The 2night show» του Γρηγόρη Αρναούτογλου, λέγοντας πως είναι μια γυναίκα που «μπορεί να βάλει σε τάξη και τον πιο αδυσώπητο εργένη. Ηταν βράχος και το έδειξε στις πολύ δύσκολες στιγμές. Είναι ένας άνθρωπος υψηλής ηθικής, παιδείας και καλλιέργειας. Εχει τρομερή ευαισθησία και χαίρομαι που την έχω δίπλα μου, στη ζωή μου».
Ωστόσο, δεν πέρασε πολύς καιρός και οι τίτλοι τέλους σε αυτό το love story έπεσαν, κάτι όμως που έγινε χωρίς δράματα και ακρότητες.
Ακόμα κι όταν είχαν συνυπάρξει επαγγελματικά σε τηλεοπτικό talent show, εκείνη ως παρουσιάστρια και ο Μιχάλης ως κριτής, τα όρια ήταν σαφή και τα εν οίκω δεν απασχολούσαν τα εν δήμω.
Ο Μιχάλης πλέον είναι μόνιμος κάτοικος Λευκωσίας έχοντας δίπλα του τον πατέρα του Γιάννη, τη μητέρα του Ρένα και τη μεγαλύτερη αδελφή του Μελίνα. Πολλές φορές ο ίδιος έχει παραδεχτεί την ανάγκη του να δημιουργήσει οικογένεια, λέγοντας πως ένα παιδί πάντα ολοκληρώνει τους ανθρώπους. Μέχρι στιγμής δεν μπόρεσε να την αποκτήσει, όμως τίποτα δεν αποκλείεται στο μέλλον.
Ο χωρισμός του, τα προβλήματα με τη φωνή του, η οικονομική καταστροφή το 2013 και οι δικαστικές περιπέτειές του είναι φανερό ότι τον έχουν καταβάλει. Πριν από λίγες ημέρες μιλώντας στον ALPHA Κύπρου, στην εκπομπή της Χριστιάνας Αριστοτέλους, είπε πως είναι στην ηλικία όπου βλέπει τα πράγματα «ως ένας σχεδόν μεσήλικας που έκανε έναν πρώτο κύκλο στην μουσική. Δεν χρειάζεται να κρυβόμαστε, σχεδόν εκεί είμαι. Ακούστηκε βαρύ, αλλά αυτό είναι. Απέχω λίγο, αλλά βλέπω το σταυροδρόμι».
Κούρεμα και κυνηγητό
Ο Μιχάλης Χατζηγιάννης ήταν ένας από τους πολλούς συμπατριώτες του που είχαν εμπιστευτεί το τραπεζικό σύστημα του νησιού, το οποίο τη δεκαετία 2000-2010 «χάριζε» εξωπραγματικά επιτόκια καταθέσεων. Μεγάλο μέρος των χρημάτων που είχε καταφέρει να κερδίσει από την τεράστια επιτυχία του είχε επενδυθεί σε τραπεζικά προϊόντα (αξιόγραφα) στην Κύπρο.
Η προσδοκία των μεγάλων αποδόσεων όμως μετατράπηκε σε στάχτη όταν το κυπριακό τραπεζικό σύστημα τινάχτηκε στον αέρα, με τη Λαϊκή Τράπεζα να κατεβάζει ρολά και τα χρήματα των καταθετών να πέφτουν στο ψαλίδι της απόφασης του Eurogroup για κούρεμα καταθέσεων σε ποσά άνω των 100.000 ευρώ. Στο άκουσμα της απόφασης έχασε τη γη κάτω απ’ τα πόδια του. Η ζωή του στην κυριολεξία τινάχτηκε στον αέρα, καθώς ουσιαστικά ό,τι είχε και δεν είχε εξαφανίστηκε στη μαύρη τρύπα της σαθρής κυπριακής οικονομίας, η οποία λειτούργησε ως παγίδα πίσω από την γκλαμουριά της προσέλκυσης Ρώσων ολιγαρχών.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τα χαστούκια -τίμημα της επιτυχίας- έπεφταν απανωτά. Ο τραγουδοποιός κρεμάστηκε στα μανταλάκια ως φοροφυγάς για 5,3 εκατ. ευρώ που είχε στείλει στην Κύπρο. Τι κι αν προσπαθούσε να πείσει ότι δεν είναι ελέφαντας, καθώς είχε πληρώσει αρκετά εκατομμύρια φόρους, τι κι αν επέμενε ότι δεν είχε αποκρύψει χρήματα, το αυστηρό σύστημα απονομής δικαιοσύνης τον έσερνε από εδώλιο σε εδώλιο μέχρι να παραδεχθεί τα «εγκλήματά» του. Το τέλος μπορεί να τον δικαίωσε, όμως προτού κοπάσει αυτή η τρικυμία ο ίδιος φλέρταρε με την κατάθλιψη βιώνοντας μια πρωτοφανή κοινωνική αποστροφή που τον οδήγησε σε απομόνωση. Μάλιστα σε συνέντευξή του έχει περιγράψει με εμφανή πικρία αυτή την περιπέτειά του:
«Αυτό που πέρασα με τα φορολογικά μού προκάλεσε μια καθήλωση πρωτόγνωρη. Δεν είχα άλλη επιλογή από το να σεβαστώ τη Δικαιοσύνη και να περιμένω. Αυτό όμως που δεν μπορούσα να φανταστώ ήταν το πόσο επώδυνη και βασανιστική είναι η περίοδος που ζεις με το στίγμα. Πόσο γερό στομάχι και υπομονή πρέπει να έχεις για να το αντέξεις! Εξελίχθηκε σε μια περίοδο ιδιαίτερης ενδοσκόπησης και είδα ότι ακόμα και σε ακραίες καταστάσεις υπάρχει μια ευλογία. Ωριμάζεις, γνωρίζεις τα όριά σου, βλέπεις ποιοι άνθρωποι είναι πραγματικά δίπλα σου και μέσα στο συνονθύλευμα αυτό της περιδίνησης γράφεις κι ένα τραγούδι… Εχω την αίσθηση ότι πυροδοτήθηκε ένας ορυμαγδός συκοφαντίας που με ξεπερνούσε και ήταν άμεσα επιβαρυντικός για τη ζωή μου και τη δουλειά μου. Κανείς δεν θέλει να αισθάνεται απόκληρος μιας κοινωνίας που αγαπάει και τον έχει αγκαλιάσει. Ηταν ένα συναίσθημα πλήρους αποκοπής από τα πάντα, ένα είδος εξορίας».