«Στους ηθοποιούς μου δεν λέω τίποτα, δουλεύουμε σωματικά και ενστικτωδώς»

Το ιδιαίτερο, πρωτότυπο Λανθιμικό κινηματογραφικό σύμπαν «φωτίστηκε» μέσα από τις περιγραφές και τις εξομολογήσεις που έκανε ο πολυβραβευμένος Έλληνας σκηνοθέτης, χθες, σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας, με αφορμή την επερχόμενη πρεμιέρα της νέας, πολυσυζητημένης ταινίας του «Poor Things», που θα βγει στις αίθουσες την Πρωτοχρονιά.









Η δυσάρεστη έκπληξη είναι ότι, για λόγους υγείας, δεν κατάφερε να έρθει αυτή τη φορά μαζί του στην Αθήνα, η πρωταγωνίστρια της ταινίας Έμα Στόουν. Παρόλα αυτά ο Γιώργος Λάνθιμος, προσιτός και χαμογελαστός, περιέγραψε γλαφυρά το συναρπαστικό ταξίδι της δημιουργίας του «Poor Things», που έχει ήδη αποσπάσει έναν Χρυσό Λέοντα στη Βενετία, είναι υποψήφιο για επτά Χρυσές Σφαίρες και συγκαταλέγεται στα φαβορί των Όσκαρ.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ήταν η αναφορά του στους κώδικες επικοινωνίας που αναπτύσσει με τους ηθοποιούς του οι οποίοι κάθε άλλο παρά συμβατικοί είναι:«Θ’ ακουστεί παράξενο αλλά δεν τους λέω τίποτα. Δεν αναλύουμε χαρακτήρες και το είδος των ερμηνειών. Κατ’ αρχάς υπάρχει ένα σενάριο το οποίο, όπως το αντιλαμβάνομαι, έχει έναν έντονο χαρακτήρα και συγκεκριμένη κατεύθυνση. Μετά μπαίνουμε σε μία διαδικασία να δουλέψουμε σωματικά και ενστικτωδώς, κατά την οποία κάνουμε διάφορες ασκήσεις, θεατρικές, σωματικές, όπου εάν οι ηθοποιοί δεν γνωρίζονται ήδη, έρχονται κοντά κι αισθάνονται άνετα ο ένας με τον άλλον και κάνουμε πρόβες χωρίς να προσπαθούμε να συγκεκριμενοποιήσουμε το πώς θα είναι η ερμηνεία τους τη στιγμή που θα κινηματογραφήσουμε. Στη διάρκεια των παιχνιδιών το σενάριο γίνεται δεύτερη φύση τους αλλά όχι με ορθολογικό τρόπο. Υπάρχει μία μνήμη που δημιουργείται σε σχέση με το κείμενο και τα σώματά τους. Επίσης, όλη η διαδικασία έχει να κάνει και με τους ηθοποιούς, που είναι εξαιρετικοί και αντιλαμβάνονται τις διάφορες υφές που έχει κάθε σκηνή και την εξέλιξη του χαρακτήρα τους. Προσπαθώ να μην συζητάμε πολύ γιατί με το να μην ξέρω ακριβώς τί σκέφτονται οι ίδιοι, καταφέρνω ν’ αποκτήσω μια απόσταση απ’ αυτό που βλέπω και κρίνω καλύτερα αν λειτουργεί ή όχι. Αν είχαμε συμφωνήσει κάποια πράγματα από πριν, θα μου ήταν πιο δύσκολο».

Δεδομένης της ελληνικής καταγωγής του δεν θα μπορούσε να μην ερωτηθεί γιατί δεν επέλεξε την Ελλάδα ως τόπο των γυρισμάτων κάτι το οποίο, όπως εξήγησε, ήταν αδύνατο: «Όταν ψάχναμε μέρος και καταλήξαμε στη Βουδαπέστη, όλες οι επιλογές ήταν ανοιχτές, ακόμα και η Ελλάδα, αλλά αποκλείστηκε γιατί εδώ δεν υπάρχουν στούντιο. Ούτε η τεχνική γνώση και η εμπειρία της κατασκευής τέτοιου επιπέδου σκηνικών. Η Ουγγαρία έχει τα μεγαλύτερα στούντιο στην Ευρώπη και μία παράδοση στην κατασκευή σκηνικών».

Ο Γιώργος Λάνθιμος αναφέρθηκε και στις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στην ταινία και το ομότιτλο βιβλίο του Άλισεντερ Γκρέι που διηγείται της ιστορία της Μπέλα Μπάξτερ, μιας εγκύου γυναίκας η οποία αυτοκτονεί για να γλυτώσει από τη συζυγική κακοποίηση αλλά επανέρχεται στη ζωή από έναν ιδιοφυή επιστήμονα ο οποίος τής μεταμοσχεύει το μυαλό ενός μωρού. Όπως είπε, επέλεξε να μην ακολουθήσει τη ρεαλιστική απεικόνιση της βικτωριανής εποχής, όπως συμβαίνει στο μυθιστόρημα, αλλά να κατασκευαστεί ένας κόσμος ο οποίος να αντικατοπτρίζει το πώς βλέπει η Μπέλα τα πράγματα: «Εκείνο που με ενδιέφερε πρωτίστως ήταν να βάλω αυτήν την ηρωίδα στο επίκεντρο και να εμβαθύνουμε στο βίωμά της». Για τον ίδιο προφανώς λόγο στην ταινία περιγράφεται η ιστορία της ηρωίδας από την δική της πλευρά και όχι μέσα από την οπτική των άλλων χαρακτήρων, όπως συμβαίνει στο βιβλίο.
Καθοριστικό ρόλο στην υλοποίηση του νέου κινηματογραφικού του οράματος διαδραμάτισαν, όπως υπογράμμισε ο Γιώργος Λάνθιμος, τόσο η εξαιρετική ενδυματολογική παρέμβαση όσο και η μουσική που έγραψε ειδικά για το «Poor Things» ο Τζέρσκιν Φέντριξ. Αναφερόμενος στην ενδυματολογία είπε πως σαν διαδικασία πήρε πολύ χρόνο: « Μια από τις αρχικές ιδέες ήθελε τα ρούχα των ηθοποιών να μοιάζουν όσο το δυνατόν περισσότερο με γλυπτά. Κάτι που όμως περιόριζε σημαντικά τις κινήσεις τους, οπότε το αφήσαμε. Έπειτα προσανατολιστήκαμε σε υφές και σχήματα που είχαν τις ρίζες τους στη βικτωριανή εποχή, τα συγκεκριμενοποιούσαμε και σιγά σιγά τα συνδέσαμε με στοιχεία της ταινίας. Εκεί η Χόλι απέδειξε πόσο δημιουργική είναι, ρίχνοντας φοβερές ιδέες. Όπως το ότι, για παράδειγμα, -spoiler alert-  όταν η Μπέλα ξεκινά να εργάζεται σε πορνείο φορά ρούχα από λάτεξ που μοιάζουν με προφυλακτικό. Είναι ένα στοιχείο που προσδίδει χιούμορ, ομορφιά, αλλά και απευθύνεται σε βασικές θεματικές της αφήγησης. Επιπλέον, όσα φοράει εξελίσσονται σε συνάρτηση με το χαρακτήρα της. Όταν πια δεν έχει ανάγκη να την ντύνει κάποιος, ας πούμε, αρχίζει μεν να επιλέγει εκείνη τα ρούχα της, αλλά αυτά μπορεί και να είναι μονάχα ένα σακάκι κι ένα βρακί που μοιάζει με σορτσάκι. Γενικώς, σχεδόν πάντα μοιάζει κανονικά ντυμένη, χωρίς να είναι στην πραγματικότητα».

Σχετικά με το μουσικό σύμπαν του «Poor Things» ανάφερε: «Αυτή είναι η πρώτη ταινία μου στην οποία χρησιμοποιώ πρωτότυπες συνθέσεις. Πάντα το προσπαθούσα, αλλά επειδή κάνω πάρα πολύ μεγάλη έρευνα μουσικής για να επιλέξω κομμάτια με βάση τα οποία μοντάρω, στη συνέχεια δημιουργείται μια πολύ συγκεκριμένη ισορροπία που είναι δύσκολο να αλλάξει. Αυτήν τη φορά έτυχε να έχω ακούσει το ντεμπούτο του Φέντριξ το οποίο μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, διότι ενώ πρόκειται για ένα ποπ άλμπουμ δεν είναι καθόλου συμβατικό. Για κάποιο λόγο ένιωσα ενστικτωδώς πώς θα μπορούσαν να ταιριάξουν οι τρόποι δουλειάς μας. Αφού γνωριστήκαμε, λοιπόν, αποφασίσαμε εκείνος να αρχίσει να γράφει μουσική πριν καν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, έτσι ώστε όταν ερχόταν η ώρα του μοντάζ να υπήρχε έτοιμο υλικό. Προέκυψε οργανικά όλο αυτό, δε συζητήσαμε ιδιαίτερα πώς θα θέλαμε να ακούγεται η ταινία, επομένως άκουγα τα κομμάτια του και προχωρούσαμε με βάση τα σχόλιά μου. Στο τέλος δημιουργήθηκε μια ολόκληρη βιβλιοθήκη πρωτότυπων συνθέσεων, εξαιρετικής ποιότητας γιατί ο ίδιος έχει γνώσεις κλασικής μουσικής παιδείας και πάνω σε αυτήν στήθηκε ολόκληρο το μοντάζ. Ήταν άψογη η συνεργασία μας, για αυτό δουλέψαμε μαζί και στο «Kinds of Kindness».

Παρακολουθώντας κανείς πάντως τον Γιώργο Λάνθιμο να μιλά αντιλαμβάνεται ότι παρότι χαίρεται τη διεθνή επιτυχία του, αυτή δεν τον έχει αποπροσανατολίσει από τον βασικό στόχο του που δεν είναι άλλος από την επικοινωνία με όσο το δυνατόν περισσότερους θεατές: «Αυτός είναι ο σκοπός που κάνω ταινίες. Προσπαθώ να τις φτιάχνω όσο πιο προσβάσιμες γίνεται, ώστε οι άνθρωποι διαφορετικών καταβολών και εμπειριών που έρχονται να τις παρακολουθήσουν να αποκτήσουν μια προσωπική σχέση μαζί τους. Είναι αυτό που ευελπιστώ τουλάχιστον, δηλαδή η θέαση μιας ταινίας να μην είναι μονοδιάστατη, αλλά να εμπίπτει σε εναλλακτικές αναγνώσεις και ερμηνείες. Για παράδειγμα, η σχέση δημιουργού – δημιουργήματος, δεν είναι η πρώτη θεματική που έρχεται στο νου μου όταν σκέφτομαι το «Poor Things». Αλλά πάλι, δε μπαίνω συχνά στη διαδικασία να αναλύσω διεξοδικά τι σημαίνει μια ταινία. Μάλιστα, κάτι που κάνω και συχνά παρεξηγείται είναι ότι προσπαθώ να μη δίνω δικές μου σκέψεις ή ερμηνείες για όσα γυρίζω, γιατί νιώθω πως περιορίζω σημαντικά το πώς ένας άλλος μπορεί να τα παρακολουθήσει. Το πιο ενδιαφέρον όλων, ωστόσο, είναι τι είδους εμπειρία ζει ο κόσμος.»

Ειδήσεις σήμερα:



Θρήνος για τον 29χρονο αστυνομικό από την Πάτρα – Πώς έγινε η μοιραία καταδίωξη από Νίκαια μέχρι Ασπρόπυργο

Νόμιζε πως έκανε το τέλειο έγκλημα: Πώς αποκαλύφθηκε ότι αναισθησιολόγος σκότωσε τη γυναίκα του



Αυτός είναι ο «πιστολέρο» που ψάχνουν για το αιματηρό περιστατικό με τους τρεις Κρητικούς στο Γκάζι



Πηγή