Ο γιος της Αγγελικής Νικολούλη συστήνεται μέσα από ένα νουάρ μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας

Το «Προφίλ της Αν-Μαρί» διαβάζεται απνευστί. Κανείς δεν μπορεί να το αφήσει από τα χέρια του προτού μάθει τι συμβαίνει στον νουάρ κυβερνοκόσμο της εθισμένης influencer. Αυτό το νέο είδος θρίλερ είναι το πρώτο του Κωνσταντίνου Μουσούλη, του σκηνοθέτη και σεναριογράφου που γύρισε από το Λος Αντζελες στην Αθήνα, για να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: να λέει ιστορίες.

Επειτα από 18 ταινίες μικρού μήκους, ντοκιμαντέρ, έργα για το human trafficking, σενάρια και συνεργασίες με σταρ και παραγωγούς του Χόλιγουντ, ο 37χρονος δημιουργός θέλησε να πει μια ιστορία που καθρεφτίζει τον ναρκισσισμό της εποχής. Αν και έχει διάσημη μητέρα, την Αγγελική Νικολούλη, ο ίδιος συνηθίζει να κρατάει ένα χαμηλό προφίλ και περισσότερο αποφεύγει παρά αξιοποιεί την οικογενειακή μερίδα δημοσιότητας.

Gala: Τι σε οδήγησε να γράψεις το βιβλίο;
Κωνσταντίνος Μουσούλης: Ο εθισμός στα social media που εξαπλώνεται σαν ιός. Oχι μόνο στους μικρούς, αλλά και στους μεγάλους. Στην αρχή καταλαμβάνουν του 20% του χρόνου του χρήστη και χωρίς αυτός να το καταλάβει, φτάνουν στο 80%. Ηθελα να βάλω στο βιβλίο μου δυνατά θεμέλια μυθοπλασίας, οπότε ανέτρεξα στον μύθο του Νάρκισσου και πάνω εκεί έφτιαξα ένα στόρι για ένα κορίτσι της διπλανής πόρτας που θέλει να δραπετεύσει από την καθημερινότητα και να γίνει διάσημη μέσα από τις φωτογραφίες της σε μια πλατφόρμα τύπου Instagram. Γι’ αυτό κάνει μία σκοτεινή συμφωνία με τον ιδρυτή της πλατφόρμας και το όνειρό της γίνεται πραγματικότητα: ό,τι και να αναρτά είναι αψεγάδιαστο, αλλά έχει ένα ακριβό αντίτιμο, γιατί όσο πιο διάσημη γίνεται τόσο χάνει κομμάτια από την εμφάνιση και την ψυχή της. Αν και αποτελεί επιστημονική φαντασία, είναι εμπνευσμένο από αληθινά περιστατικά.

G.: Τι πιστεύεις ότι αναζητούν αυτοί οι άνθρωποι στο Instagram;
K.M.: Την αποδοχή, την επιβεβαίωση, νομίζω κατά βάθος την αγάπη. Οταν βλέπεις την αντίδραση σε κάτι που ανεβάζεις, νιώθεις ένα είδος αγάπης. Αυτό όμως κρατάει μόνο λίγα δευτερόλεπτα. Μετά θέλεις κι άλλο, κι άλλο, κι εκεί έρχεται ο εθισμός. Βλέπουμε στατιστικά ότι ο εθισμός και η χρήση διαρκώς αυξάνονται. Οι έρευνες που μελέτησα δείχνουν ότι έτσι επηρεάζονται η ικανότητα συγκέντρωσης, η συναισθηματική ισορροπία, ο ύπνος. Πολλοί από μας δεν γνωρίζουμε ότι είναι σαν να παίρνουμε ναρκωτικά κάθε μέρα.

G.: Πότε ξεκίνησες να γράφεις;

K.M.: Από πολύ μικρός άρχισα να γράφω ιστορίες κυρίως ζωγραφίζοντας δικά μου comic books. Στο σχολείο έδινα βάση κυρίως στα Kαλλιτεχνικά, στην Ιστορία, στη λογοτεχνία και τον αθλητισμό. Από νωρίς ήξερα ότι ήθελα να σπουδάσω Σκηνοθεσία.


G.: Ισως επειδή μεγάλωσες μέσα στα στούντιο της εκπομπής της μητέρας σου;
K.M.: Οχι, δεν μεγάλωσα μέσα στα στούντιο, δεν έχω τέτοιες αναμνήσεις. Αυτό που με επηρέασε περισσότερο ήταν οι ιστορίες που προσπαθούσε να διαλευκάνει. Κατά κάποιον τρόπο έμπαιναν μέσα στο σπίτι, είτε επειδή μου τις μετέφερε η μητέρα μου, είτε επειδή γίνονταν θέμα και τις συζητούσε όλος ο κόσμος. Αυτές, χωρίς να το καταλαβαίνω, με έμαθαν πολλά για την ανθρώπινη φύση.

G.: Ποιον δρόμο ακολούθησες;

K.M.: Σπούδασα Σκηνοθεσία και Σενάριο στην Αγγλία και συνέχισα στο Λος Αντζελες. Δούλεψα στα στούντιο, έμεινα δώδεκα χρόνια μέχρι που πήρα και διαβατήριο. Τα πρώτα πέντε μού άρεσε πάρα πολύ, έλεγα ότι θα μείνω για πάντα. Μετά σιγά-σιγά άρχισα να το βλέπω αλλιώς και τα τελευταία δύο ήθελα οπωσδήποτε να γυρίσω στην Ελλάδα. Οι γονείς μου ήταν υποστηρικτικοί, πάντα μου έλεγαν ν’ ανοίξω τα φτερά μου, αλλά δεν άντεχα πια εκεί. Νομίζω το Λος Αντζελες είναι το νησί των λωτοφάγων. Αρκεί ν’ απλώσεις το χέρι σου για να γευτείς τον καρπό και να γλυκαθείς. Εκανα ταινίες, γνώρισα διασημότητες, έζησα σημαντικές στιγμές, αλλά δεν έχει ποιότητα. Η ζωή είναι πολύ επιφανειακή. Επειδή όλοι έχουν φτάσει εκεί για να πραγματοποιήσουν ένα όνειρο, οι σχέσεις βασίζονται στο όφελος που αποκομίζει ο καθένας. Το αποτέλεσμα είναι μοναξιά, έχει πάρα πολλή μοναξιά το Λος Αντζελες. Είναι δύσκολο ψυχολογικά να μένεις σε μια τέτοια πόλη. Από την άλλη, μετά το Netflix άλλαξε το τοπίο. Τώρα μπορώ να κάνω τη δουλειά που θέλω, με πολύ διαφορετικές συνθήκες βέβαια, και να ζω στο σπίτι μου. Και η ποιότητα ζωής εδώ είναι πολύ καλύτερη. Το πιο σημαντικό είναι ότι βρίσκομαι κοντά στα αγαπημένα μου πρόσωπα.


G.: Αν σου έδιναν ένα αεροπορικό εισιτήριο, θα πήγαινες πάλι στο L.A.;
K.M.: Οχι, θα ήθελα να ανακαλύψω ένα καινούριο μέρος. Πιστεύω ότι το άγνωστο επιφυλάσσει μαθήματα. Επειδή έλειπα πολλά χρόνια στην Αμερική, δεν έχω εξερευνήσει ούτε την Ελλάδα, ούτε την Ευρώπη. Προς το παρόν ανακαλύπτω τη χώρα μας.

G.: Με το σενάριο πώς ασχολήθηκες;

K.M.: Η μυθοπλασία πρέπει να είναι μέσα στις αρμοδιότητες ενός σκηνοθέτη. Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ λέει ότι δεν τον ενδιαφέρει τόσο ένα φοβερό πλάνο ή μια τρομακτική σκηνή όσο η ικανότητα του σκηνοθέτη να διηγηθεί μια ιστορία. Σαν νοοτροπία, αυτό δεν το έχουμε πολύ στην Ελλάδα. Ομως, οι πιο μεγάλοι σκηνοθέτες είναι εκείνοι που μπορούν να πουν ένα στόρι. Ακόμα και για να διαλέξεις τον φακό που θα βάλεις σ’ ένα πλάνο, πρέπει καταρχάς να ξέρεις τι θέλεις να πεις.


G.: Θέλεις να γίνεις μεγάλος σκηνοθέτης ή μεγάλος σεναριογράφος;
K.M.: Θέλω να μπορώ να λέω ιστορίες που να επηρεάζουν θετικά τον αποδέκτη τους. Μέσω της ψυχαγωγίας να βάλω ένα λιθαράκι στο πώς μπορεί να γίνει ο θεατής καλύτερος άνθρωπος. Καλύτερος με την έννοια της αρετής.

G.: Πώς εξερεύνησες τη μυθοπλασία;

K.M.: Η βάση μου είναι η αρχαία ελληνική μυθολογία. Τη μελέτησα, την ανέλυσα, άλλοτε μόνος μου και άλλοτε με βοήθεια, προσπάθησα να αποκωδικοποιήσω τους συμβολισμούς, τους αριθμούς, τα κίνητρα. Πήρα πολλά μαθήματα από εκεί. Επίσης μ’ έχει βοηθήσει το ότι διάβασα πολλά σενάρια. Μ’ ενδιαφέρει όταν βλέπω μια ταινία να διαβάζω το σενάριο για να μαθαίνω πώς είχε αποτυπωθεί αρχικά στο χαρτί αυτό που με μάγεψε. Μετά είναι και εξάσκηση. Στο Λος Αντζελες όλοι γράφουν σενάρια, ακόμα και ο σερβιτόρος στο καφέ. Οπότε συνέχεια διαβάζαμε και ανταλλάζαμε χειρόγραφα. Στη Νέα Υόρκη, όμως, το αγάπησα πραγματικά γιατί ήμουν υπεύθυνος για την επιμέλεια σεναρίων. Θέλω πάντα να λέω μια ιστορία, είτε μέσα από μια ταινία, είτε με μια ζωγραφιά, είτε μ’ ένα μυθιστόρημα.

G.: Ποια είναι η πιο ωραία ιστορία που έχεις ακούσει ποτέ;

K.M.: Η «Οδύσσεια». Την έχω διαβάσει πολλές φορές. Εχει πολλά μαθήματα ζωής μέσα.


G.: Αυτόν τον καιρό τι κάνεις;
K.M.: Ενα μεγάλο κομμάτι της δουλειάς μου είναι η διδασκαλία υποκριτικής σε ηθοποιούς, οπότε κάνω σεμινάρια. Συγχρόνως ετοιμάζω μια ταινία και μια σειρά όπου κάνω και το σενάριο και τη σκηνοθεσία. Και κάνω την επιμέλεια του σεναρίου για άλλες σειρές.

G.: Πώς ένιωσες όταν κράτησες το βιβλίο σου στα χέρια σου;

K.M.: Νομίζω ότι είναι σαν να γεννάς γιατί φέρνεις κάτι καινούριο στον κόσμο. Με δυσκόλεψε λίγο η προσαρμογή από τη γραφή του σεναρίου στον πεζό λόγο. Η μεγαλύτερη ικανοποίηση είναι όταν μου στέλνουν μηνύματα και μου λένε ότι το τελείωσαν σε μία μέρα, ότι προβληματίστηκαν, ότι βρήκαν κομμάτια του εαυτού τους μέσα σε αυτό, ότι θέλουν να το δώσουν στα παιδιά τους να το διαβάσουν. Δεν είχα φανταστεί ότι θα είχε τέτοια ανταπόκριση.

G.: Η μητέρα σου τι σου είπε;

K.M.: Της άρεσε. Και με βοήθησε πολύ γιατί μου έκανε διορθώσεις. Εχει γράψει τέσσερα μυθιστορήματα και ξέρει να δίνει προσοχή στις λεπτομέρειες.

G.: Τι παράπονο έχει από σένα;

K.M.: Δεν ξέρω για παράπονο, μπορείτε να ρωτήσετε την ίδια, αλλά θυμάμαι ότι είχε μια δυσκολία με το kick boxing. Δυσκολευόταν να παρακολουθήσει αγώνα μου. Ούτε σε βίντεο άντεχε να με δει. Παρόλο που είχα πιο πολλές νίκες – σε 40 αγώνες έχω 5 ήττες. Πάντως όταν έπαιρνα τις διακρίσεις, όπως το χρυσό στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα, ήταν περήφανη.



Πηγή