Οι διάσημες συνεργασίες του, το πέρασμα από τις Κάννες και ο λόγος που δεν θα σταματήσει να τραγουδάει

Ο Γιώργος Περρής είναι cool, έχει πολύ χιούμορ και είναι απολαυστικός συνομιλητής. Για περισσότερες από δύο δεκαετίες τραγουδάει αυτά που του αρέσουν, στις συνθήκες που επιλέγει ο ίδιος και με συνεργάτες που θα ζήλευαν πολλοί. Από τον Μίμη Πλέσσα που τον ανακάλυψε στα 17 του, μέχρι τον Γιάννη Σπανό, τη Νάνα Μούσχουρη, τον Στέφανο Κορκολή, τον Μάριο Φραγκούλη, τη Λόρα Φαμπιάν, τον Λούτσιο Ντάλα, την Ντέμπορα Μάγιερς – το name dropping είναι ατελείωτο. Στο πλούσιο βιογραφικό του περιλαμβάνει ακόμα και συνεργασία με τον τεράστιο μουσικοσυνθέτη Μισέλ Λεγκράν, προς τιμή του οποίου πάτησε το πόδι του στο κόκκινο χαλί του φετινού Φεστιβάλ των Καννών. Πριν από λίγες εβδομάδες κυκλοφόρησε το νέο του single «Θα σ’ αγαπώ» ως προπομπό του επερχόμενου δίσκου του, ενώ αυτές τις μέρες ετοιμάζεται πυρετωδώς για την καλοκαιρινή περιοδεία του, με αφετηρία το live του στο Μέγαρο Μουσικής στις 9 Ιουλίου.

GALA: Τι θα τραγουδήσεις σε αυτό το live;

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΕΡΡΗΣ: Κατ’ αρχάς αυτό το live είναι το εναρκτήριο της περιοδείας μου. Μετά πάμε Μυτιλήνη, Θεσσαλονίκη και σε άλλα μέρη. Γενικά δεν κάνω πολλές συναυλίες και είμαι πολύ επιλεκτικός στους χώρους. Θα πω διασκευές άλλων που έχω κάνει με την μπάντα μου, όπως το «Je suis malade», που έχει γίνει πλέον μέρος της πορείας μου και δεν μπορώ να διανοηθώ να μην το τραγουδήσω σε συναυλία μου, και βεβαίως τα τραγούδια της δισκογραφίας μου, τα οποία είναι ο πυλώνας, αν θέλεις. Ο μοναδικός μου γνώμονας για το πώς φτιάχνω ένα πρόγραμμα κάθε φορά είναι η συγκίνηση, που μπορεί να είναι χαρά, γέλιο, κλάμα, νοσταλγία, σημασία έχει να είναι έντονο συναισθηματικά. Εχω, επίσης, την τάση να μιλάω πάρα πολύ και να λέω ιστορίες στον κόσμο. Ισως επειδή το ρεπερτόριό μου είναι αρκετά βαρύ, η επικοινωνία που έχω με τον κόσμο μού επιτρέπει να ελαφρύνω την ατμόσφαιρα. Και παρεμπιπτόντως, όλοι οι καλλιτέχνες που έχω θαυμάσει έχουν αυτό το κοινό: μοιράζονται τη ζωή τους με τον κόσμο από κάτω.









G.: Πρόσφατα βρέθηκες στις Κάννες. Πώς ήταν η εμπειρία;

Γ.Π.: Στις Κάννες πήγα ως καλεσμένος με αφορμή μια ταινία για τη ζωή του σπουδαίου Μισέλ Λεγκράν, με τον οποίο είχα την τύχη να συνεργαστώ πριν εκείνος «φύγει». Σε αυτό το ντοκιμαντέρ συμμετείχα με μια συνέντευξη που έδωσα για εκείνον και ένα απόσπασμα όπου του τραγουδούσα. Ηταν πολύ συγκινητικό. Κατ’ αρχάς είχα την τεράστια τιμή και τύχη να συνεργαστώ με έναν από τους μεγαλύτερους συνθέτες παγκοσμίως στην ιστορία της μουσικής και ένα μυαλό ασύλληπτο. Ο Λεγκράν ήταν ένας από τους παιδικούς μου ήρωες και δεν φανταζόμουν ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα ότι θα εμφανιζόταν αυτός ο άνθρωπος στη ζωή μου. Οπως έβλεπα την ταινία, θυμόμουν πράγματα που μου είπε, πράγματα που πήρα από αυτόν. Και μετά το να βλέπεις τον εαυτό σου δίπλα στη Νάνα Μούσχουρη, την Μπάρμπρα Στρέιζαντ και τον Στινγκ ήταν σοκαριστικό, σουρεαλιστικό, βαθιά συγκινητικό και πολύ τιμητικό. Οπότε ήταν μια πολύ μεγάλη στιγμή για μένα. Ξέρεις τι έχω συνειδητοποιήσει; Ολοι αυτοί οι μεγάλοι καλλιτέχνες κάτι βλέπουν στους νεότερους που αυτομάτως το αναγνωρίζουν ως ισάξιό τους. Νομίζω ότι δεν φτάνει να γίνεις σπουδαίος καλλιτέχνης αν δεν τιθασεύσεις τον ναρκισσισμό σου.


«Η μουσική μού έδωσε την ελευθερία του να είμαι αυτός που είμαι, να μπορώ να ανθήσω ως άνθρωπος»


G.: Νιώθεις και λίγο τυχερός για όλους τους μεγάλους καλλιτέχνες που γνώρισες και για όλα όσα κατάφερες;

Γ.Π.: Απίστευτα τυχερός. Η δουλειά είναι πάρα πολύ σημαντική και το πιστεύω μου είναι να μην τα παρατάς ποτέ, ωστόσο η τύχη να βρεθείς στο σωστό σημείο τη σωστή στιγμή είναι ένα θείο δώρο, πέρα από τις δυνάμεις σου, ανεξέλεγκτο – και πρέπει να είσαι προετοιμασμένος.

Η Νάνα Μούσχουρη μου είχε πει κάτι υπέροχο: «Γιωργάκη, η τύχη είναι μια πολύ όμορφη κοπέλα που όταν τη βλέπεις να έρχεται προς τα σένα πρέπει να την τραβήξεις αμέσως από τα μαλλιά, γιατί αν την αφήσεις να σε προσπεράσει, γίνεται μια φαλακρή κακάσχημη γριά». Είναι σκληρό, αλλά είναι αληθινό. Και παρότι είμαι ένας άνθρωπος με πάρα πολλές ανασφάλειες, πάρα πολλές φοβίες, τόσες που στην προσωπική μου ζωή μπορώ να σου πω ότι είμαι δειλός, για τη μουσική δεν φοβήθηκα ποτέ. Στη μουσική γινόμουν πάντα λιοντάρι.

G.: Γιατί έχεις τόσες ανασφάλειες;

Γ.Π.: Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει ανασφάλειες. Οι δικές μου ίσως έχουν να κάνουν με τα παιδικά μου χρόνια, με έναν επώδυνο και βίαιο χωρισμό των γονιών μου όταν ήμουν 4 ετών. Διαλύθηκε τότε ο κόσμος μου, χωριστήκαμε με τον αδερφό μου, γιατί ο καθένας πήγε σε διαφορετικό σπίτι, κι αυτό μου άφησε βαθιά τραύματα, το οποίο κατ’ επέκταση στην πορεία των χρόνων δημιουργεί πολλές ανασφάλειες. Η μοναδική μου διέξοδος τότε ήταν η μουσική και το τραγούδι. Και πλέον ως ενήλικας, ως 40χρονος άντρας, θα σου πω ότι μέσα στα χρόνια η μουσική μού επέτρεψε να σταθώ καλά στα πόδια μου, να αναλαμβάνω τις ευθύνες μου, να μην ψάχνω τον φταίχτη κάπου αλλού. Μου έδωσε την ελευθερία του να είμαι αυτός που είμαι, να μπορώ να ανθήσω ως άνθρωπος και να μην είμαι καταπιεσμένος. Η μουσική μού επέτρεψε να ταξιδέψω σε όλο τον κόσμο, να πάω σε μέρη που δεν φανταζόμουν ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα ότι θα βρισκόμουν. Οπότε αυτή η θεία τέχνη, που ίσως υποκειμενικά θεωρώ την πιο σπουδαία, γιατί είναι η πρώτη που γνωρίζουμε ως βρέφη από το νανούρισμα των γονιών μας, αυτό το θείο δώρο το είχα πάντα στη ζωή μου πάνω από οτιδήποτε άλλο.

G.: Ωστόσο κάνεις και ψυχανάλυση.

Γ.Π.: Ναι, γιατί είχα φτάσει σε ένα σημείο της ζωής μου που οι ανασφάλειες και οι φοβίες μου είχαν γίνει δυσλειτουργικές στην καθημερινότητά μου και ένιωθα ότι έπρεπε να ψαχτώ αλλιώς. Είμαι πολύ τυχερός γιατί έχω γύρω μου τις στενές παιδικές μου φίλες. Και σου το λέω αυτό με συγκίνηση γιατί είναι βαθιά σπουδαίο να έχεις γύρω σου ανθρώπους που σε αγαπούν πραγματικά ακόμα κι όταν εσύ δεν βρίσκεις τίποτα άξιο αγάπης πάνω σου. Και επειδή όλες οι φίλες μου είχαν κάνει ψυχοθεραπεία πριν από μένα, μου το σύστησαν και είπα OK, μάλλον ήρθε η ώρα να ψάξω κάτι άλλο. Ο άλλος λόγος που το έκανα είναι επειδή έχω μια βαθιά πεποίθηση ότι η μουσική που κάνει ένας καλλιτέχνης δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από αυτό που είναι ο ίδιος ως άνθρωπος και άρα ήταν σημαντικό να συγκεντρωθώ, να εξερευνήσω και να εξελίξω αυτόν τον άνθρωπο για να εξελιχθώ και στη ζωή μου και στην τέχνη μου. Δεν νομίζω ότι αξίζει κιόλας να ζεις μια ζωή ανεξερεύνητη. Το μοναδικό πράγμα που κρατάω σίγουρα από τα έξι χρόνια ψυχανάλυσης είναι ότι τίποτα δεν μετριέται επικριτικά, τίποτα δεν είναι σωστό ή λάθος, τίποτα δεν είναι καλό ή κακό. Είναι όλα μέρος της ανθρώπινης φύσης.


«Αν δεν μιλάς γι’ αυτά που σε απασχολούν ή σε απαρτίζουν, τότε μικραίνει η ύπαρξη σου»


G.: Οπότε λόγω της ψυχανάλυσης αποφάσισες να κάνεις το coming out;

Γ.Π.: Οχι, παρότι με βοήθησε. Το έκανα για δύο λόγους. Για μένα το coming out ήταν μια πολιτική κίνηση. Είχε συμβεί ένα περιστατικό με ένα νεαρό παιδί που είχα γνωρίσει και μπόρεσα να το βοηθήσω κάνοντας μια κουβέντα μαζί του και συνειδητοποίησα ότι όταν ήμουν έφηβος δεν υπήρχε εκεί έξω το πρότυπο ενός κανονικού γκέι άντρα, με την έννοια ότι η ομοφυλοφιλία ήταν πάντα στα media και το mainstream σαν καρικατούρα, με το οποίο εγώ δεν μπορούσα να συνδεθώ και το φοβόμουν. Αποφάσισα λοιπόν να μιλήσω για όλα αυτά τα παιδιά εκεί έξω. Ο άλλος λόγος ήταν γιατί πολύ απλά έρχεται μια στιγμή στη ζωή σου που μεγαλώνοντας, αν δεν μιλάς γι’ αυτά που σε απασχολούν ή αυτά που σε απαρτίζουν, τότε μικραίνει η ύπαρξή σου.

G.: Αλλαξε κάτι στην αντιμετώπιση του κόσμου ή του επαγγελματικού σου περίγυρου;

Γ.Π.: Νομίζω ότι, πρώτον, δημιουργήθηκε μια πιο ανοιχτή σχέση με το κοινό μου και, δεύτερον, κρατάω τα ατελείωτα μηνύματα παιδιών από όλο τον κόσμο που μου είπαν πόσο τους βοήθησε η κίνησή μου αυτή.

G.: Ποια είναι η σχέση σου με το κοινό σου;

Γ.Π.: Το κοινό μου είναι οι δικοί μου – σου το λέω και γεμίζει το στόμα μου. Απ’ όταν ξεκίνησα αυτή τη δουλειά δεν ήθελα ποτέ να επιβληθώ στη μουσική – κι αυτό είναι πολύ ξεκάθαρο στον τρόπο που κινήθηκα. Ηθελα πάντα να με επιλέξουν. Οι δικοί μου, λοιπόν, είναι άνθρωποι που με επέλεξαν, που είναι εκεί γιατί κάτι γίνεται στην επαφή μας και σε αυτό που μου δίνουν και που τους δίνω και που εμείς που περνάμε μαζί αυτό το δίωρο το ξέρουμε καλύτερα. Τους έχω τεράστια ευγνωμοσύνη. Η σχέση με το κοινό εμπεριέχει τα πάντα. Είναι ερωτική, φιλική, υπαρξιακή, καρμική, γιατί πιστεύω πάρα πολύ ότι όταν ένας καλλιτέχνης σε αγγίζει και συνδέεσαι μαζί του, κάτι χτυπάει μέσα σου, στον πιο βαθύ σου εαυτό, χτυπάει στα παιδικά σου χρόνια, στις ανασφάλειές σου. Αυτό είναι ένα πάρα πολύ καρμικό πράγμα και άρα πολύ ιερό.

G.: Εκτός από τη μουσική, τι άλλο θεωρείς πολύ σημαντικό στη ζωή σου;

Γ.Π.: Αυτό που κάνω για τη UNICEF ως Πρεσβευτής Kαλής Θελήσεως. Με έχρισε πρόπερσι το ίνδαλμά μου η Νάνα Μούσχουρη και ήταν πολύ συγκινητική στιγμή. Απ’ όλα όσα έχω κάνει στη ζωή μου αυτή είναι η δουλειά που την έχω ως παράσημο. Ακριβώς επειδή είχα αυτά τα δύσκολα παιδικά χρόνια δεν μπορώ να διανοηθώ ότι υπάρχει έστω κι ένα παιδί στον κόσμο αβοήθητο ή απροστάτευτο. Εγώ ειδικεύομαι στην καταπολέμηση της βίας κατά των παιδιών. Η δουλειά μου είναι να μιλάω δημοσίως γι’ αυτά τα πράγματα, να επισκέπτομαι διάφορες δομές με παιδιά και να συμμετέχω πολιτικά σε κάποιους διαλόγους για να γίνουν θεσμικές αλλαγές. Ο ρόλος της UNICEF, ειδικά στην Ελλάδα, είναι καθαρά θεσμικός, έρχεται για να φέρει αλλαγές μέσα στο πολιτικό σύστημα, μέσα στη νομοθεσία, ώστε να κατοχυρώσει καταρχάς την πρόληψη καταστάσεων και έπειτα να αντιμετωπίσει τις υπάρχουσες. Σε αυτή τη διαδικασία, λοιπόν, μπήκα με όλη μου την καρδιά γιατί πιστεύω ότι αν κάτι αγγίζει τον Θεό, είναι τα παιδιά. Και έχουμε ευθύνη όλοι να τους σταθούμε και να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας ώστε να είναι προστατευμένα ◆

Info

Live «Ο Γιώργος Περρής στον Κήπο του Μεγάρου», Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Τετάρτη 9 Ιουλίου, 21.00



Πηγή