Ο διανοούμενος που έγραψε τα «χίλια μύρια κύματα»

«Η κριτική αρχίζει από το θαυμασμό. Αν δεν θαυμάζεις, αν δεν υψώνεις σε επίπεδο περιωπής μερικά πρόσωπα, μερικά έργα και κάποιες εποχές της ιστορίας ή του πολιτισμού δεν έχεις αξιολογική κλίμακα, γνώμονα, νήμα της στάθμης κοινώς αλφάδι»: Στην παραπάνω βαθιά πεποίθησή του, βασίστηκε η κριτική του Κώστα Γεωργουσόπουλου, του πλέον δημοφιλούς και σεβάσμιου ονόματος στον χώρο της θεατρικής κριτικής των τελευταίων 50 χρόνων, που έφυγε από τη ζωή στα 87 του χρόνια, αφήνοντας ένα τεράστιο, δυσαναπλήρωτο κενό. Γιατί ο Κώστας Γεωργουσόπουλος δεν απλά ένας ακόμη κριτικός θεάτρου, μεταφραστής, δοκιμιογράφος, συγγραφέας, στιχουργός – ποιητής. Ήταν ένας διανοούμενος, με όλη τη σημασία της λέξης, η παρουσία του οποίου άλλαξε τα δεδομένα στο ελληνικό θέατρο, ένας διαχρονικός δάσκαλος που μεταλαμπάδευε τις πλούσιες γνώσεις του στους νεότερους, επιμένοντας στις διαχρονικές αξίες της γλώσσας, της εκπαίδευσης και της αισθητικής.

Ήταν ο φιλόλογος πατέρας του που τού μεταλαμπάδευσε τις αξίες αυτές και του έδωσε την ευκαιρία να βουτήξει στα βαθιά και εξόχως γοητευτικά νερά της γνώσης. Μέσα από την δική του, πλούσια βιβλιοθήκη, στο πατρικό του στη Λαμία, διευρύνθηκαν οι γνωστικοί του ορίζοντες ενώ καθοριστική στάθηκε και η επιρροή του δασκάλου του, Θανάση Παπαρούπα, ο οποίος φρόντισε να μυήσει τους μαθητές του στον πλούτο της ελληνικής γλώσσας και φιλολογίας στη μαγεία της λογοτεχνίας και της ποίησης.






Ήταν λοιπόν αναμενόμενο να ακολουθήσει και ο ίδιος, μεγαλώνοντας, έναν παρόμοιο δρόμο. Έδωσε εξετάσεις, και πέρασε στο Ιστορικό και Αρχαιολογικό Τμήμα. Εκεί, στα φοιτητικά έδρανα θα έρθει σε επαφή και με το αρχαίο δράμα όταν ο μέγας Ροντήρης ήρθε ως προσκεκλημένος για να ετοιμάσει μαζί με τους φοιτητές μια παράσταση η οποία, όμως, δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Άνοιξε, ωστόσο, το δρόμο του νεαρού Κώστα Γεωργουσόπουλου προς το ελληνικό θέατρο ο οποίος, γοητευμένος από την προσωπικότητα του Ροντήρη, αποφασίζει να μαθητεύσει στο πλευρό του, στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, παρότι δεν ήθελε να γίνει ηθοποιός. Παρόλα αυτό το κέρδος ήταν τεράστιο καθώς γνώρισε σε βάθος τον κόσμο του θεάτρου, τον οποίο έμελλε να υπηρετήσει, στη συνέχεια, ως κριτικός.

Το 1971 ο πολυσχιδής διευθυντής του «Βήματος» Ανδρέας Δημάκος θα τού κάνει πρόταση να αναλάβει τη στήλη της θεατρικής κριτικής. Η ευθύνη τεράστια, το άγχος μεγάλο, η πρόκληση όμως άξιζε τον κόπο. Και κάπως έτσι ξεκίνησε μια διαδρομή η οποία θα αποτελέσει ένα από τα πιο βασικά κομμάτια της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας, θα τού προσδώσει αναγνωσιμότητα και κύρος και θα τον φέρει, παράλληλα, σε επαφή με τους πιο σημαντικούς θεατρανθρώπους της εποχής, από τον Μινωτή, τον Κουν και την Παξινού μέχρι τον Φωτόπουλο, τον Σταυρίδη και τον Ηλιόπουλο.
«Είχα τη μεγάλη εύνοια της εποχής μου να απολαύσω από νεαρής ηλικίας μεγάλους ηθοποιούς σε μεγάλους ρόλους. Ο θαυμασμός μου με οδήγησε στη μελέτη των κωδίκων τους και στην αποκρυπτογράφησή τους. Μαθήτευσα και η κωδικοποίηση των τρόπων τους με βοήθησε να σχηματίσω την αξιολογική κριτική μου κλίμακα. Η κριτική, όποια κριτική, δεν αντλεί τα κριτήριά της από το Απόλυτο. Τα δανείζεται από το έργο ιδιοφυών συνανθρώπων μας: από τον Πλάτωνα, το Σαίξπηρ, τον Ελ. Βενιζέλο, τον Αϊνστάιν και βέβαια την Παξινού, τον Μινωτή, τον Κουν, τον Ροντήρη, την Αρώνη, τον Βέγγο κ.τ.λ. Αυτούς λάτρεψα και σ’ αυτούς αυτό το αφιέρωμα καίει το θυμίαμά τους» είχε δηλώσει ο ίδιος αποκαλύπτοντας τον τρόπο της κριτικής προσέγγισης κάθε παράστασης που παρακολουθούσε.

Ως κριτικός θεάτρου στο «Βήμα» αρχικά και στα «Νέα» στη συνέχεια απέκτησε τη φήμη του έγκυρου, αυστηρού αλλά δίκαιου «εκτιμητή». Τεράστια, μάλιστα, υπήρξε η προσφορά του στην παρουσίαση και τη διάδοση των νεοελληνικών έργων τα οποία σνομπάρονταν από τους κύκλους της εποχής ως κατώτερα. Ο Γεωργουσόπουλος, μέσα από τα κείμενά του΄, ανέδειξε τις πλούσιες αρετές τους και την μεγάλη αξία τους συμβάλλοντας, ουσιαστικά, στην διαρκώς αυξανόμενη παρουσία τους στα εγχώρια θεατρικά δρώμενα.

Η συμβολή του στην τέχνη του θεάτρου, ωστόσο, δεν περιορίστηκε αποκλειστικά στις αμέτρητες και εμπεριστατωμένες κριτικές του αλλά επεκτάθηκε και στη μετάφραση του αρχαίου δράματος. Μετάφρασε, υποδειγματικά 31 από 44 συνολικά διασωθέντα έργα των αρχαίων τραγικών, συμβάλλοντας τα μέγιστα στη γνωριμία των νέων γενεών με το κορυφαίο αυτό θεατρικό είδος.

Διαβάστε εδώ και εδώ  κριτικές του Κώστα Γεωργουσόπουλου που δημοσιεύθηκαν στα ΝΕΑ

Ο ποιητής Κ.Χ Μύρης

Εκτός όμως από κριτικός, μεταφραστής, συγγραφέας και καθηγητής ο Κώστας Γεωργουσόπουλος «βούτηξε» και στα νερά της ποίησης και της μουσικής γράφοντας στίχους για σπουδαία μουσικά έργα μεγάλων συνθετών με το ψευδώνυμο Κ.Χ Μύρης.

Όπως ο ίδιος είχε εξομολογηθεί έγραφε στίχους από την ηλικία των 12 ετών. Παράλληλα, είχε ήδη αρχίσει να γνωρίζει τους μεγάλους Έλληνες ποιητές και το έργο τους διαβάζοντας στην πλούσια βιβλιοθήκη του πατέρα του. Ο ποιητικός λόγος τον συνεπήρε, έμοιαζε για εκείνον σαν μια διαφορετική, μαγική εκφραστική διέξοδο.

Πλέον αντιπροσωπευτικά δείγματα της στιχουργικής τέχνης του συναντάμε στη δεκαετία του ’70, στα σπουδαία έργα του Γιάννη Μαρκόπουλου «Χρονικό», «Θητεία» και «Ιθαγένεια» με τις συγκλονιστικές ερμηνείες του Νίκου Ξυλούρη, μεταξύ άλλων και στο αριστουργηματικό «Χίλια Μύρια Κύματα» αλλά και της Μαρίας Δημητριάδη και της Μέμης Σπυράτου.



Πηγή