Το νέο της καλλιτεχνικό εγχείρημα είναι θεατρικό, έχει τίτλο «Στο Τσακ!» και θα κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή 17 Ιανουαρίου, στο Θέατρο Αλέκος Αλεξανδράκης, σε σκηνοθεσία Γιώργου Λύρα, με πρωταγωνιστές τους Κώστα Αποστολάκη, Βάσω Γουλιελμάκη, Κρατερό Κατσούλη, Τόνυ Δημητρίου, Δανάη Λουκάκη, Ηλιάνα Γαϊτάνη, Ροζαμάλια Κυρίου, Κορίνα Θεοδωρίδου και Λάζαρο Βασιλείου.
Με αφορμή την καινούργια αυτή παράσταση η Δήμητρα Παπαδοπούλου μίλησε στο protothema.gr για το επιτυχημένο παρελθόν της και τη σημερινή σχέση της μαζί του, το δημιουργικό παρόν της αλλά και το φιλόδοξο μέλλον της το οποίο περιλαμβάνει, όπως μάς αποκάλυψε, και μια νέα τηλεοπτική σειρά που βρίσκεται στα σκαριά.
Θεατρική επιστροφή με μια νέα κωμωδία. Τι διαπραγματεύεται η παράσταση «Στο τσακ»;
Είναι μια κωμωδία φάρσας που καταπιάνεται με αυτό που συμβαίνει διαχρονικά στην κωμωδία, ότι, δηλαδή, τη γλιτώνεις στο τσακ και δεν σε πιάνουν. Γενικά το έργο διαπραγματεύεται τις ερωτικές σχέσεις, ένα θέμα το οποίο αποδειχτεί διαχρονικά επίκαιρο. Τα μέλη ενός αρκετά συντηρητικού ζευγαριού πείθονται να παραχωρήσουν το σπίτι τους σε δύο άλλα φιλικά ζευγάρια, χωρίς όμως να έχουν συνεννοηθεί μεταξύ τους. Μετά την ξαφνική εισβολή και άλλων προσώπων στον χώρο, η κατάσταση παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Τους ηθοποιούς κάθε έργου σας με βάση ποια κριτήρια τους επιλέγετε; Θεωρείτε υπάρχουν κατεξοχήν κωμικοί ηθοποιοί;
Η κωμωδία είναι μια πολύ συγκεκριμένη τέχνη και, δυστυχώς, στην εποχή μας μια τέχνη που χάνεται, ένα είδος προς εξαφάνιση. Προσωπικά δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξη για το μέλλον της. Όταν επιλέγω ηθοποιούς, λοιπόν, προσπαθώ πάντα να διακρίνω την κωμική τους φλέβα. Χωρίς χιούμορ δεν πας πουθενά. Και το χιούμορ είναι κάτι που υπάρχει στο DNA του ανθρώπου. Ειδικά το να παράξει κάποιος καλό χιούμορ είναι δύσκολη υπόθεση. Δεν αρκεί όμως μόνον η κωμική πλευρά. Χρειάζεται και ο ρυθμός, χρειάζεται και η λάμψη και πολλά ακόμη στοιχεία.
Εσείς, πάντως, έχετε συνδεθεί άρρηκτα με την κωμωδία και ως ηθοποιός και ως σεναριογράφος – συγγραφέας. Δεν σάς έλκουν καθόλου οι δραματικοί ρόλοι; Πιστεύετε πως θα ήσασταν καλή στην απόδοσή τους;
Πράγματι, αγαπώ πολύ την κωμωδία και ειδικά την ελληνική κωμωδία σε όλο της το φάσμα, από τον Αριστοφάνη μέχρι τις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. Σήμερα υπάρχει μια στροφή προς το είδος κωμωδίας που ονομάζουμε «dark», το οποίο, προσωπικά, δεν συμπαθώ ιδιαίτερα, γιατί είναι και ξενόφερτο. Παλαιότερα τα κωμικά έργα διαφόρων χωρών, της Αγγλίας, της Ιταλίας κ.α. δεν απείχαν και πολύ μεταξύ τους. Στη ζωή μου έχω παίξει έναν δραματικό ρόλο, στο «Μάνα, μητέρα μαμά».
Και πώς ήταν εμπειρία;
Θα έλεγα πως είναι πιο δύσκολο να κάνεις κάποιον να γελάσει από το να συγκινηθεί. Το δράμα χρειάζεται λιγότερη ενέργεια από τον ηθοποιό. Στην κωμωδία πρέπει να τα αναποδογυρίσεις όλα ενώ στο δράμα η διαδρομή είναι ευθεία.
Οι ανθρώπινες σχέσεις, οικογενειακές, φιλικές, ερωτικές, επαγγελματικές, αποτελούν ένα θέμα με το οποίο καταπιάνεστε συχνά. Τι έχει μείνει ίδιο και τι έχει αλλάξει στις ανθρώπινες σχέσεις τα τελευταία χρόνια; Το θεατρικό κοινό, ας πούμε, έχει διαφορετικές αντιδράσεις;
Σίγουρα το κοινό, τα τελευταία χρόνια είναι πιο μελαγχολικό. Τους βλέπεις στρεσαρισμένους στην αρχή της παράστασης, μέχρι να συντονιστούν και να ξεχάσουν την κίνηση που έφαγαν στη μάπα, τις μούντζες που ανταλλάξανε, το πάρκινγκ που δεν βρήκανε, όλα τα προσωπικά και οικονομικά θέματα που τούς απασχολούν. Τώρα γενικά στις ανθρώπινες σχέσεις έχει μείνει ίδια η ανάγκη για επικοινωνία αλλά έχει αλλάξει πάρα πολύ ο τρόπος επικοινωνίας. Προσωπικά δεν έχω αναπτύξει ιδιαίτερη σχέση με τα social media, να φανταστείς και ένα Instagram που έχω το διαχειρίζεται μια φίλη μου.
Νιώθετε ότι μέσα από τα social media καλλιεργείται ένα έντονο κλίμα διχασμού ακόμη και για θέματα που δεν είναι σοβαρά;
Ναι, υπάρχει στα social media όλο αυτό που βρίζει ο ένας τον άλλο. Βέβαια, κάτι αντίστοιχο γινόταν και παλιά αλλά ιδιωτικά. Όταν πήγαινε δηλαδή μια παρέα να δει μια ταινία, έπινε μετά ένα ποτό, στο σπίτι ή στο μπαρ, και άνοιγε μια κουβέντα η οποία τελείωνε αρκετά γρήγορα. Επειδή όμως η παρέα των social media απαρτίζεται από εκατομμύρια άτομα, η κάθε συζήτηση παίρνει ανεξέλεγκτες, έως και ακραίες διαστάσεις. Και αυτή η μαζικότητα είναι τρομακτική. Γιατί η μάζα, πάντα, είναι κουτή ανεξαρτήτως αν σχετίζεται με κοινωνικά, πολιτικά, αθλητικά ή άλλα θέματα. Η ευφυΐα εκφράζεται σε ατομικό επίπεδο.
Έχετε βάλει την υπογραφή σας σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες. Τι σάς αρέσει και τι σάς ενοχλεί σήμερα στην ελληνική τηλεόραση;
Η ελληνική τηλεόραση, τα τελευταία χρόνια, προβάλλει κυρίως τη δυστυχία, την darkίλα, τόσο στις ενημερωτικές εκπομπές όσο και στις σειρές. Προσπαθεί ο ένας να είναι πιο spooky από τον άλλο, ο ανταγωνισμός τοποθετείται πλέον στο επίπεδο του ποιος θα μάς ανατριχιάσει περισσότερο γιατί αυτό πουλάει. Φυσικά όλο αυτό είναι αρρωστημένο.
Η κωμωδία, πάντως, έχει σαφώς περιοριστεί στην ελληνική μυθοπλασία; Πού το αποδίδετε αυτό;
Από τη μία πλευρά υπάρχει όλη αυτή η συλλογική κατάθλιψη. Αν έχει κατάθλιψη ο συγγραφέας πως θα γράψει κάτι για να κάνει τον άλλο να γελάσει; Από την άλλη, υπάρχει και αυτή η τάση του «πολιτικά ορθού» που δημιουργεί πλέον πολλές απαγορεύσεις γιατί η κωμωδία, παραδοσιακά, στηριζόταν στο να κοροϊδεύει κουσούρια, το οποίο δεν ήταν ωραίο. Ευτυχώς εγώ, επειδή ποτέ δεν στηρίχθηκα σε αυτό το μοντέλο, δηλαδή πάντα πρόσεχα να μη στενοχωρήσω κάποιον με τα κείμενά μου, δεν νιώθω κάποιο περιορισμό από τη λεγόμενη «woke» κουλτούρα. Εγώ είχα πάντα την τάση να κοροϊδεύω τον αυτό μου, να αυτοσαρκάζομαι.
Η ταύτιση με μια πολύ επιτυχημένη δουλειά, όπως ήταν στη δική σας περίπτωση οι «Απαράδεκτοι», μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά για έναν καλλιτέχνη, να τον αγχώσει, να τον εγκλωβίσει, ακόμα και να τον κάψει; Εσείς έχετε νιώσει, μετά τους «Απαράδεκτους», πως ο πολυαγαπημένος χαρακτήρας της Δημητρούλας, με τον οποίο σάς έχει ταυτίσει ο κόσμος, σάς καταπιέζει κάποιες στιγμές;
Μια μεγάλη επιτυχία μπορεί να σε μπλοκάρει γιατί ο κόσμος έχει βάλει πολύ ψηλά τον πήχη. Αλλά με τη Δημητρούλα των «Απαράδεκτων» μια χαρά τα πάμε όλα αυτά τα χρόνια. Δεν ένιωσα ποτέ την ανάγκη να την ξεφορτωθώ. Ίσως, γιατί αυτός ο ρόλος περιέχει και στοιχεία του εαυτού μου. Το θέμα λοιπόν δεν είναι για μένα να ξεφύγω από τους «Απαράδεκτους» αλλά να έχω μια ώριμη εξέλιξη, να πάω παρακάτω. Αυτό ναι, δημιουργεί μια αγωνία.
Πότε να περιμένουμε την τηλεοπτική σας επιστροφή λοιπόν;
Έχω, σχεδόν έτοιμο, το σενάριο για μια νέα τηλεοπτική σειρά, δεν μπορώ όμως ακόμα να πω περισσότερα πράγματα γι’ αυτήν εκτός του ότι, υπάρχει και ένας ρόλος για μένα.
Ποιος τρόπος έκφρασης θεωρείτε ότι βρίσκεται πιο κοντά σας; Ο τηλεοπτικός, ο θεατρικός ή ο λογοτεχνικός, τον οποίο δοκιμάσατε πρόσφατα, εκδίδοντας το βιβλίο σας «Ο έρωτας είναι παιχνίδι μωρό μου».
Όλοι οι τρόποι μού αρέσουν. Θα ήθελα να έχω μπροστά μου άλλα 40 χρόνια για να ξανακάνω όλα τα είδη, πολλές φορές.
Η σχέση σας με τον χρόνο ποια είναι αλήθεια; Τον φοβάστε, τον πολεμάτε, τον αποδέχεστε;
Τον φοβάμαι αλλά και τον εκτιμώ γιατί μου έχει μάθει πολλά πράγματα. Όλα αυτά τα χρόνια που έχω ζήσει είναι δικά μου και δεν τα αλλάζω με τίποτα αλλά είναι και βαριά. Εντάξει, υπάρχει ένας άγχος για τη φθορά του χρόνου αλλά το έχω υπό έλεγχο. Μέσα μου, πάντως, νιώθω πολύ νέα.
Πώς προέκυψε η απόφασή σας να συμμετάσχετε στο πολιτικό σποτ της Άννας Διαμαντόπουλου ως υποψήφιας Προέδρου του ΠΑΣΟΚ; Ήταν πολιτική ή φιλική κίνηση;
Ήταν μια απολύτως φιλική κίνηση. Η Άννα Διαμαντοπούλου είναι παιδική μου φίλη, την αγαπώ και όπως κάνω με όλους μου τους φίλους, έτσι με αυτή ένιωσα πως θέλω να στηρίξω τις επιλογές και τις προσπάθειές της δεδομένου ότι πρόκειται για ένα άτομο ικανό και έντιμο. Δεν έχει καμία σχέση η συμμετοχή μου στο σποτ με τις προσωπικές πολιτικές επιλογές μου. Άλλωστε εγώ, εδώ και χρόνια, δεν πάω να ψηφίσω στις εκλογές. Δεν μου αρέσει τίποτα απ’ αυτά που βλέπω.
Βίντεο: 30χρονη φωτογραφήθηκε γυμνή μπροστά σε άγαλμα στο Μεξικό και συνελήφθη
Δύο τροχαία με εγκατάλειψη στο κέντρο της Αθήνας – Συνελήφθη ο δράστης
Συνέντευξη στην Αναστασία Κουκά